Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου 2011

«Εἶμαι πιὸ ἠλίθιος ἀπὸ ἐσένα ἠλίθιε!!!….»

«…..Εἶμαι! Μπορῶ νὰ σοῦ τὸ ἀποδείξω ἀνὰ πᾶσᾳ στιγμή!!!» Εἶναι σὰν νὰ λέῃ ὁ καθεῖς γύρω μας κάθε στιγμή.

Λεωφόρος Ἀθηνῶν Κορίνθου, ὕψος Ἀφαίας, ἀριστερὸ ῥεῦμα, κατεύθυνσις  Κόρινθος. Ἕνα πολυμορφικό, καθαρὰ οἰκογενειακὸ αὐτοκίνητο, προπορεύεται τοῦ δικοῦ μας. Μέσα ὅλη ἡ οἰκογένεια. Τὴν ἴδια στιγμή, ἀπὸ τὸ δεξιό, ἐσωτερικὸ ῥεῦμα, ἕνα ἄλλο ὄχημα, ἐπίσης οἰκογενειακό, ἐπίσης μὲ ὅλη τὴν οἰκογένεια ἐντός του, μᾶςπροσπερνᾶ, ἀπὸ ἀριστερά, ἀλλὰ μὲ ὗφος δέκα καρδιναλίων. Ἔχει γκάζια ὁ τύπος!!!
Ἐξακολουθεῖ στὸν δρόμο του ἐμπρός μας, γιὰ μερικὰ δευτερόλεπτα καὶ ξαφνικά, δίχως  προειδοποίησι (πολυτέλειες θὰ μοῦ πεῖτε) ἀποφασίζει νὰ προσπεράσῃ τὸ πολυμορφικό ἀπὸ τὴν ἐσωτερικὴ λωρίδα. Ὁ ὁδηγὸς τοῦ πολυμορφικοῦ τὸ ἀντιλαμβάνεται, θυμώνει, στρέφει λίγο τὸ τιμόνι του δεξιά, ἀποφεύγουν στὸ φτερὸ τὴν σύγκρουσι, ἀλλὰ τὸ παιχνίδι ξεκίνησε.
Ὁ ἕνας γκαζάκιας, ποὺ κουβαλᾶ ὅλη τὴν οἰκογένεια, θέλει νὰ προσπεράσῃ τὸν ἄλλον γκαζάκια,  ποὺ ἐπίσης κουβαλᾶ τὴν οἰκογένεια… Ἀπερίγραπτον τὸ θέαμα! Ὅλοι ὅσοι ἀκουλουθοῦμε μειώνουμε ταχύτητα. Περιμένουμε ἀπὸ στιγμὴ σὲ στιγμὴ τὴν σύγκρουσι! Ἡ ὁποία ἀποφεύγεται τυχαίως κι ὄχι λόγῳ ἱκανοτήτων τῶν ἠλιθίων.
Ἡ διαδρομή, ὑπὸ αὐτὲς τὶς συνθῆκες, κράτησε ἀρκετὰ λεπτὰ τῆς ὥρας. Στὰ διόδια ξεκόλλησαν οἱ ἠλίθιοι καὶ καταφέραμε οἱ ὑπόλοιποι νὰ ὁδηγήσουμε μὲ περισσότερη ἀσφάλεια.
Τί σᾶς περιγράφω τώρα; Ἕνα ἀπὸ τὰ τόσα περιστατικὰ ποὺ ἀντικρύζουμε παντοῦ καθημερινῶς. Στὴν τράπεζα, στὴν ἐφορία, στὸν ἠλεκτρικὸ σιδηρόδρομο, στὴν ἐργασία μας, στὴν πολυκατοικία μας, στὸ κάθε φανάρι.. Ἕνας ἀγώνας δρόμου.. Κάποιοι θεωροῦν ἑαυτοὺς καλλιτέρους, ταχυτέρους, ἐξυπνοτέρους, ἱκανοτέρους, πλουσιοτέρους,  ἀνωτέρους….. Κι ὅλοι οἱ ἄλλοι, σαστισμένοι, τρομαγμένοι κάποιες φορές, ἀκόμη καὶ θυμωμένοι, παρακολουθοῦμε ἀγῶνες δρόμου, σπρωξίματα, πατήματα, ξενυχιάσματα, ξεμαλλιάσματα ἀκόμη καὶ θανάτους…
Γιατί; Γιὰ νὰ δείξουμε πὼς ἐμεῖς ἔχουμε καλλίτερο αὐτοκίνητο, μηχανή, γκόμενα, στερεοφωνικό, ἐξοχικό, δουλικό ἢ πλαστικὸ χειρουργό!
Κι ἐφ’ ὅσον εἴμαστε καλλίτεροι τῶν ἄλλων, γιατί βρὲ παιδιὰ πᾶμε καὶ ψηφίζουμε τὰ ὑπολλείμματα τοῦ ἠθικοῦ ξεπεσμοῦ;
Ἐφ΄ ὅσον εἴμαστε καλλίτεροι, γιατί ἀνεχόμαστε τὴν τόση ἀδικία ποὺ γίνεται εἰς βᾶρος τῆς Πατρίδος μας; Τόσην ἀπαιδεία; Τόσην ἀμορφωσιά; Τόσην σαπίλα;
Ἐὰν εἴμαστε καλλίτεροι, τί κάναμε γιὰ νὰ γίνουν καὶ οἱ ἄλλοι καλλίτεροι καὶ νὰ ζοῦμε ὅλοι μας σὲ μίαν καλλίτερη κοινωνία;
Τίποτα! Ἀπολύτως τίποτα! Ἕνα τίποτα! Κι ἐπεὶ δή δὲν κάναμε τίποτα, δὲν σκεφθήκαμε τίποτα, δὲν θέλήσαμε τίποτα, δὲν αἰσθανθήκαμε ποτὲ τμῆμα τοῦ συνόλου, οὔτε συνυπεύθυνοι γιὰ κάτι, (βλέπετε, πάντα κάποιος ἄλλος φταίει γιὰ τὰ δικά μας χάλια…)  δὲν νοιώσαμε ποτὲ στοιχειωδῶς ὑπεύθυνοι γιὰ τὸ δικό μας τμῆμα εὐθύνης, δὲν ἀποφασίσαμε ποτὲ νὰ ἀναδομήσουμε ἐςτῳ τὸ κομμάτια ποὺ μᾶς ἀφορᾷ… φτιάξαμε ἕναν κόσμο καὶ κλειδωθήκαμε μέσα του.
Ὅλοι θέλουν τὸ κακό μας, ὁπότε, πρὶν προλάβουν νὰ μᾶς κάνουν κακό, πᾶμε πρῶτοι ἐμεῖς καὶ τοὺς κάνουμε ἐμεῖς ἐπίδειξι δυνάμεων! Νὰ τοὺς ἐξορκίσουμε! Νὰ τοὺς τρομάξουμε πρὶν μᾶς τρομάξουν.
Ἂλλὰ ἂς περιοριστῶ καλλίτερα στὴν ἀτομική μου ἠλιθιότητα… Αὐτὴν ποὺ δὲν ἀντιμετωπίζεται καὶ ποὺ γίνεται ἀφορμὴ γιὰ νὰ διαιωνίζεται ἡ ἤδη ἀθλία κατάστασις ποὺ ζοῦμε. 
Ποῦ πᾶμε; Πῶς μποροῦμε νὰ διαμαρτυρόμαστε γιὰ τὰ ὅσα μᾶς συμβαίνουν, τὴν στιγμὴ ποὺ τὸ ἁπλούστερον, ἡ ἀσφάλεια τῶν παιδιῶν μου καὶ τῶν παιδιῶν τοῦ ἄλλου δὲν μᾶς ἀφορᾷ; Μὲ ποιό δικαίωμα φορτώνω μίαν οἰκογένεια σὲ ἕνα ὄχημα  καὶ τὴν ὁδηγῶ στὴν δική μου παραλογία;
Ἔπιασα τὸ τιμόνι καὶ θέλω κόντρες; Ἂς τὸ πράξω μόνη μου. Παιδιά, σκυλιά καὶ σύντροφοι ἐκτός. Ἐὰν δὲν τὸ ἀντέχω, σπίτι μου. 
Κι ὅταν λέγω σπίτι μου, ἐννοῶ σπίτι μου. Ἄνευ δικαιώματος ἐξόδου. Οἱ τσαμπουκᾶδες, τὰ ἀντριλίκια καὶ οἱ γκαζιές εἶναι προσωπικὴ ὑπόθεσις ποὺ οὐδόλως ἀφορᾷ τοὺς γύρω μου. Θέλω νὰ τὰ ἐκφράζω; Φοράω τὴν στολὴ τοῦ Ταρζᾶν καὶ πηδῶ ἀπὸ τὴν βεράντα μου. Καὶ τὸ κομμάτι μου θὰ κάνω καὶ τὴν λοιπὴ κοινωνία θὰ ἀφήσω στὴν ἡσυχία της. 
Φιλονόη.