Κυριακή 22 Απριλίου 2012

Back to Τασούλα




Άνεργος, απολυμένος ή επί περικοπών κρεμάμενος, δεν ξέρω πια ποιο είναι το χειρότερο, εξαρτάται και από την οικογενειακή κατάσταση. Πήγες για Πάσχα στο χωριό -«εκών άκων», κατακαημένα και μονοτονικά. Μ’ εκείνη τη ρημάδα τη δεύτερη σκέψη να σου τριγυρνάει στο μυαλό αφότου το είδες να παίζει στα Μέσα: «Ρε μπας και κάνω μαλακία, που δεν επιστρέφω;». Ένα εκατομμύριο Έλληνες πρέπει ν’ αλλάξουν δουλειά, απ’ τη μια. Απ’ την άλλη, πού να σε πιάσει εδώ η κατάθλα της πόλης, έτσι όπως σκάνε τα φυλλαράκια στις φλαμουριές κι οι πασχαλιές μωβίζουν το σύμπαν.
Όσο κι αν αποφεύγεις να το σκεφτείς, εκείνο από μέσα δουλεύει και βάζεις την καθημερινότητα σου να ρολάρει σ’ όσα άφησες, εκεί πίσω στα δεκαοκτώ σου. Γαμώτο, δεν γίνεται με laptop στο χωράφι ούτε με το iphone στο θερμοκήπιο. Το πας το δεκαεξαβάλβιδο, που με χίλια ζόρια το ξεπληρώνεις, στο μπαϊρι; Τα πτυχία, τα μεταπτυχία και η δυστυχία -επιδοτήσεις πέντε-έξι χρόνων και βύσματα του τοπικού παράγοντος, που επενδύθηκαν για να 'χεις γραφείο, υπολογιστή, ωράριο και χέρια χωρίς ρόζους… Κι ύστερα ήρθε η Κρίση, οι περικοπές, οι απολύσεις…
Δεν είναι ζωή αυτή εκεί κάτω στην περιφέρεια (ναι, κι εκεί περιφέρεια) του άστεως. Δουλεύεις, δεν δουλεύεις, σίγουρα δεν πληρώνεσαι. Ακούς και κάτι περίεργα «ιπποφαές», κάτι «αρωματικά», κάτι «βιολογικά»… Καλλιέργειες που έρχονται από το αύριο και σου γίνεται το μυαλό σαν εκκρεμές -μια εδώ και μια στην down town μιζέρια. Θεό είχες την παροχή των υπηρεσιών και το «πουλάω τον εαυτό μου» και τώρα φαίνεται να  ξαναγυρίζει ο τροχός και να φαντάζει μια αχτίδα φως --να μετριέσαι και να αναμετριέσαι ξανά με τη γη και την παραγωγή. Κάτι θυμάται το αγροτικό σου DNA από εγερτήριο το μαύρο χάραμα και από μυρωδιά του χώματος και της λάσπης. Δουλειά βέβαια δεν γίνεται πια με το κινητό από το καφενείο και οι αλλοδαποί φεύγουν σιγά σιγά --τέλος τα σαράντα χρόνια καφές, μπουρλότ και επιδότηση.
Η τηλεόραση επιμένει στο τράτζζζζικ της Τασούλας και σκέφτεσαι πως σίγουρα ένας Αθηναίουουους δεύτερης γενιάς με ρίζες από τον κάμπο θα επινόησε ή θα ρετουσάρισε την καρικατούρα. Πού να ‘ξερε πόσες  επιδοτήσεις έγιναν και Ντόλτσε και Καμπάνα και…και… –μάλλον έχασε τεύχη αυτός. Έχει ο κάμπος ποτιστικά αγαπουλίνια να παθαίνει ταράκουλο το nightlife Μπραχαμίου ή Ευόσμου ανάλογα. Μπαμ το εκκρεμές πηγαίνει απέναντι και σου έρχεται η ψυχολογία του επιστρέφοντος, αυτού που πήγαινε γι’  αλλού και κόπηκε -σου κόβονται τα πόδια.
Στον γυρισμό από την επιστροφή, που δε λες ν’ αποφασίσεις, κι ενώ πληρώνεις τα διόδια για την πιο ερημωμένη περιφέρεια ,την περιφέρεια του Κέντρου, το ραδιόφωνο αναγγέλλει τον πρώτο και μάλλον μοναδικό φερόμενο ως κλέπτοντα πολιτικό που πιάστηκε στα πράσα. Κι είναι τα πράσα (προϊόν που κατά τα άλλα ευδοκιμεί και παράγεται κυρίως στην μακεδονική πεδιάδα) τόσο φάτσα κάρτα απέναντι από την Ακρόπολη -κάθε εποχή έχει και το σύμβολό της. Ναι, ακόμη και τα σύμβολα ειρωνεύονται.