Κυριακή 29 Ιουλίου 2012

Citius, altius, fortius, teleopticus, dopius, dollarius

Χρίστος Χαραλαμπόπουλος


Οταν κάποιος παρακολουθεί ένα αθλητικό γεγονός όπως οι Ολυμπιακοί Αγώνες από την τηλεόραση,
ίσως να μη συνειδητοποιεί ότι η τηλεόραση είναι η κινητήρια δύναμη των αγώνων και το μέσο που άλλαξε καθοριστικά τη φυσιογνωμία τους. Τους οδήγησε από τα μονοπάτια του ερασιτεχνισμού στη λεωφόρο της άκρατης εμπορευματοποίησης από όπου δεν υπάρχει γυρισμός, όσο και αν ορισμένοι αφελείς πίστευαν ότι οι αγώνες της Αθήνας θα σήμαιναν επιστροφή στο πνεύμα των αγώνων.

ΤΟ ΣYΝΘΗΜΑ των αγώνων («citius, altius, fortius», δηλαδή πιο γρήγορα, πιο ψηλά, πιο δυνατά) τώρα πια ενδιαφέρεται κυρίως για το «πιο πολλά». Οχι ρεκόρ, φυσικά, αλλά χρήματα, αφού τα χρήματα είναι η κινητήρια δύναμη των αγώνων σήμερα, γεγονός που έχει στείλει τις όποιες αξίες του ολυμπιακού κινήματος στα σκουπίδια. Μαζί με ένα πλήθος από άδειες, χρησιμοποιημένες συσκευασίες αναβολικών και διάφορες εκφράσεις ακραίου μάρκετινγκ, γελοιότητας και κακού γούστου, όπως συνέβη με την «καλλιτέχνιδα» που μετέφερε τη δάδα με την Ολυμπιακή Φλόγα στους δρόμους του Λονδίνου, φορώντας κόκκινες γόβες. Η αλλαγή των Ολυμπιακών Αγώνων ή καλύτερα η μετάλλαξή τους άρχισε όταν οι αγώνες έδεσαν τη μοίρα τους με την τηλεόραση.


ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟI ΑΓΩΝΕΣ και η τηλεόραση έχουν αναπτύξει μία πολύ στενή σχέση, από την οποία ωφελούνται και οι δύο. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες αποτελούν για την τηλεόραση το πιο δημοφιλές πρόγραμμα όλης της χρονιάς –και το ακριβότερο, όσον αφορά το κόστος παραγωγής του– και η τηλεόραση αποτελεί  για τους αγώνες τη σημαντικότερη πηγή των εσόδων τους. Από τους Ολυμπιακούς της Ρώμης το 1960 και τις 20 ώρες προγράμματος που μετέδωσε τότε το CBS, η τηλεόραση κάλυπτε το 1 δολάριο από τα 400 που δαπανήθηκαν για τους αγώνες.

Η ΣΧΕΣΗ ΑΥΤΗ στους Ολυμπιακούς του Μονάχου το 1972 είχε γίνει 50/400, ενώ στους Ολυμπιακούς του Λος Αντζελες το 1984 (που σηματοδότησαν την πλήρη εμπορευματοποίηση των αγώνων) είχε φτάσει στο 200/400. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΔΟΕ (Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή) οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Πεκίνου, από τους οποίους καλύφθηκαν σχεδόν 3.800 ώρες ζωντανής μετάδοσης, υπολογίζεται ότι τους παρακολούθησαν πάνω από 4 δισ. τηλεθεατές.
Ρεκόρ που φιλοδοξεί να ξεπεράσει το Λονδίνο. Αν παρατηρήσει κάποιος το χρονικό της εξέλιξης των μεταδόσεων των Ολυμπιακών Αγώνων από τους αγώνες της Ρώμης το 1960 μέχρι σήμερα, θα διαπιστώσει εύκολα ότι η εμπορευματοποίηση είναι το βασικό χαρακτηριστικό των αγώνων.

Τηλεοπτική σωτηρία 

Από τις 20 ώρες προγράμματος που μετέδωσε το CBS το 1960, το ABC στους αγώνες του Μόντρεαλ μετέδωσε 77 ώρες προγράμματος, ενώ το NBC στους αγώνες της Αθήνας μετέδωσε κάτι περισσότερο από 1.000 ώρες προγράμματος και στο Πεκίνο ξεπέρασε τις 1.300. Ο γάμος των αγώνων με την τηλεόραση και η εμπορευματοποίησή τους συνέβαλαν ουσιαστικά στη διάσωση του ολυμπιακού «κινήματος».

Η ΔΟΕ αντιμετωπίζοντας το φάσμα της χρεοκοπίας, το 1970 ανακοίνωσε ότι τα τηλεοπτικά δικαιώματα των αγώνων και η διαχείρισή τους ανήκαν πλέον αποκλειστικά σε αυτή και όχι στη διοργανώτρια πόλη, όπως συνέβαινε μέχρι τους Ολυμπιακούς του Μεξικού το 1968. Επιπλέον η αποφασιστική στροφή προς την εμπορευματοποίηση δόθηκε στους Ολυμπιακούς του 1984, όταν η ΔΟΕ μπροστά στο φιάσκο της πλήρους αποτυχίας των αγώνων (αφού η μόνη πόλη που έθετε υποψηφιότητα για τη διοργάνωσή τους ήταν η Τεχεράνη) αναγκάστηκε να δεχτεί το σχέδιο της εμπορικής χορηγίας του Λος Αντζελες, χωρίς τη συνηθισμένη –μέχρι τότε– εγγύηση των δημοσίων χρημάτων.

Η ΕΜΠΟΡΙΚΗ μετατόπιση του χαρακτήρα των αγώνων αποδείχτηκε ιδιαίτερα επικερδής και για τη ΔΟΕ, η οποία από τότε χαράζει τις επικοινωνιακές της πολιτικές με στόχο οι αγώνες να γίνουν προσιτοί στο μεγαλύτερο δυνατό κοινό. Το σύνολο των χρημάτων που εισέπραξε η ΔΟΕ κατά την τετραετία 2001-2004 από την εμπορική εκμετάλλευση των χειμερινών αγώνων του 2002 και των αγώνων της Αθήνας, φτάνει στα 4 δισεκατομμύρια 264 εκατομμύρια δολάρια. Ποσό που περιλαμβάνει εισροές από όλες τις πηγές εσόδων της ΔΟΕ.

ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ; Α, LAST YEAR
 
Από το συνολικό ποσό των εσόδων, το 52% προέρχεται από την τηλεόραση, το 32% από τους 10 χορηγούς που έχουν υπογράψει τετραετείς συμφωνίες με τη ΔΟΕ, το 14% προέρχεται από την πώληση των εισιτηρίων και το 2% από την πώληση αναμνηστικών με το σήμα των Ολυμπιακών Αγώνων.

Η ΔΟΕ καλύπτει το 60% περίπου από τον προϋπολογισμό της οργανωτικής επιτροπής των αγώνων, αλλά δίνει τη δυνατότητα στις οργανωτικές επιτροπές των αγώνων να συμπληρώσουν τα έσοδά τους επιλέγοντας τους δικούς τους εθνικούς χορηγούς, που αποκτούν το δικαίωμα –με το αζημίωτο– να ταυτίσουν το λογότυπο των προϊόντων τους με τους ολυμπιακούς κύκλους. Φυσικά για διαφάνεια στις οικονομικές ενέργειες των χωρών που οργανώνουν τους αγώνες δεν γίνεται λόγος. Υποπτο; Καθόλου. Τα «άσχημα» ή πιο σωστά τα χρέη κρύβονται από αυτούς που θα τα πληρώσουν.



Oι Ολυμπιακοί Αγώνες ως show χρειάζονται και το κοινό που θα φέρουν στην τηλεόραση, η οποία με τη σειρά της θα προσφέρει αυτό το κοινό στους διαφημιστές και στους χορηγούς.


Και αυτό το πετυχαίνουν με τη συμμετοχή επαγγελματιών αθλητών, την επένδυση στον εθνικισμό και το περιτύλιγμα κάποιων ανθρώπινων ιδεωδών που -δήθεν- υπηρετούν. Ολα γίνονται για το χρήμα και μόνον.
 
Ο πρόεδρος της ΔΟΕ, Ζακ Ρογκ, σε μία συνέντευξη που παραχώρησε την περασμένη Τρίτη, δεν αναφέρθηκε στα «ιδεώδη», αλλά στα δολάρια. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε, από την εκμετάλλευση των τηλεοπτικών δικαιωμάτων και μόνο, των χειμερινών Ολυμπιακών του Βανκούβερ που έγιναν το 2010 και των αγώνων του Λονδίνου που ξεκίνησαν χθες, η ΔΟΕ θα εισπράξει 3,9 δισ. δολάρια. Για τους χειμερινούς αγώνες του Σολτ Λέικ το 2002 και τους Ολυμπιακούς της Αθήνας το 2004, το αντίστοιχο ποσό έφτασε τα 2,2 δισ. δολάρια. Σχεδόν τα διπλά και οι προβλέψεις για τους Ολυμπιακούς του 2014 και τους χειμερινούς του 2016 μιλάνε για έσοδα πάνω από 4 δισ. Ο Ρογκ ανακοίνωσε πως η ΔΟΕ έχει ήδη συμφωνήσει να εισπράξει 2,6 δισ. για τους χειμερινούς αγώνες της Πιον Γιανγκ το 2018, ενώ ακόμη δεν έχει καθοριστεί η έδρα των Ολυμπιακών του 2020. Ο πρόεδρος της ΔΟΕ χαρακτήρισε την οικονομική κατάσταση της επιτροπής «εξαιρετική», καθώς τα αποθεματικά της το 2001, από τα 105 εκατομμύρια δολάρια έφτασαν τα 558 για το 2011.
 
Καθόλου άσχημα δεν πάει η εμπορία των «ολυμπιακών ιδεωδών». Σε ό,τι αφορά τους χορηγούς για την περίοδο 2013-16, το χορηγικό πρόγραμμα της ΔΟΕ θα σπάσει το φράγμα του 1 δισ. δολαρίων, ενώ όπως αποκάλυψε ο Ρογκ έχει ήδη συμφωνηθεί η προκαταβολή από τους χορηγούς ενός ποσού 717 εκατομμυρίων δολαρίων για την περίοδο 2017-20.
Φυσικά, όλο αυτό το τρελό πάρτι των εκατομμυρίων δεν χαρακτηρίζεται από τη διαφάνεια και υπάρχουν αρκετά βιβλία που έχουν γραφεί για οικονομικά σκάνδαλα και τον πρωταγωνιστικό ρόλο κάποιων μελών της ΔΟΕ, τα οποία -θυμίζω- είναι ισόβια.
 
Οι δημοκρατικές διαδικασίες και η δομή της επιτροπής δεν είναι και το αγαπημένο της θέμα, γεγονός που φαντάζει λογικό αν σκεφθεί κάποιος ότι από τους 9 προέδρους ή αναπληρωτές προέδρους που είχε η ΔΟΕ, τρεις ήταν βαρόνοι, δύο κόμητες, δύο επιχειρηματίες, ένας καραμπινάτος φασίστας και άλλος ένας συμπαθών του φασισμού. Άνθρωποι που εγγυώνται ότι οι επιχειρηματικές δοσοληψίες θα γίνουν με τους σωστούς ανθρώπους στη σωστή τιμή.
 
Το βέτο των Αμερικανών
 
Αρκετοί είναι εκείνοι που απορούν για τη δυνατότητα των Αμερικανών να «επηρεάζουν» τις αποφάσεις που αφορούν τα ζητήματα της τηλεοπτικής κάλυψης των αγώνων. Η κούρσα των 100 μέτρων που θεωρείται το πιο εμπορικό αγώνισμα ορίζεται πάντα σε ώρες που βολεύει την τηλεοπτική πώλησή του στην αμερικανική αγορά. Ομως, αυτό συμβαίνει γιατί αν κάποιος παρατηρήσει την εξέλιξη της σχέσης ανάμεσα στο κόστος των τηλεοπτικών δικαιωμάτων που κατέβαλαν οι Αμερικανοί, σε σχέση με αυτά που κατέβαλε ο υπόλοιπος κόσμος, θα έχει μία πολύ καθαρή απάντηση στις απορίες του. Πάντα οι Αμερικανοί καταβάλλουν περισσότερα χρήματα από όσα όλος ο υπόλοιπος κόσμος.
 
Υπάρχει ένα ακόμη στοιχείο στο οποίο οι Αμερικανοί επιβάλλουν την άποψή τους και αυτό είναι το ζήτημα της ασφάλειας. Από τη σφαγή του Μονάχου το '72 και έπειτα, ο παράγοντας της ασφάλειας απέκτησε πολύ μεγάλη σπουδαιότητα, γεγονός που επιβάρυνε τους προϋπολογισμούς της διοργάνωσης. Το κόστος, όμως, της ασφάλειας πραγματικά εκτοξεύθηκε μετά τη βομβιστική επίθεση στην Ατλάντα το '96 και ειδικά μετά το κτύπημα στους δίδυμους πύργους το 2001.
 
Εκτός από το κόστος, ήταν και αναμενόμενη η εμπλοκή του στρατού και των μυστικών υπηρεσιών, πράγμα που άνοιξε μία πλατειά λεωφόρο κέρδους και μιζών για υπηρεσίες και συμβούλους ασφαλείας. Η τρομοφοβία που κάποιοι άπλωσαν γύρω από τους Ολυμπιακούς της Αθήνας και η απληστία ορισμένων, φόρτωσαν στις πλάτες των Ελλήνων πολιτών το τεράστιο κόστος ενός συστήματος ασφαλείας, του C4I, μιας απάτης που δεν δούλεψε ποτέ, αλλά και για την οποία κανείς δεν πήγε φυλακή.
 
 
Το κόστος των αγώνων
 
Οι αναφορές στο κόστος των αγώνων είναι κάτι που σκοπίμως αποφεύγεται, αφού μπορεί να τρομάξει ή να εξοργίσει όσους θα το πληρώσουν. Αναπτύσσεται μία παραπλανητική πληροφόρηση ότι το κόστος καλύπτεται από την οργανωτική επιτροπή και τον ιδιωτικό τομέα, στο μεγαλύτερο μέρος του. Φυσικά, πρόκειται για έναν μύθο, τον οποίο εμείς στην Αθήνα χρυσοπληρώνουμε χωρίς να μάθουμε ποτέ πόσο κόστισε εκείνο το πανηγυράκι της εθνικιστικής ντόπας. Πριν από έξι μήνες υπήρχε η εκτίμηση ότι οι πιο ακριβοί Ολυμπακοί Αγώνες ήταν εκείνοι του Πεκίνου (για τους οποίους δεν δόθηκαν ποτέ στοιχεία, δημοσίως) οι οποίοι υπολογίστηκε ότι κόστισαν 28 δισ., ενώ η εκτίμηση για την Αθήνα ήταν 15 δισ., πίσω από το προβλεπόμενο 22 δισ. για το Λονδίνο. Τώρα γνωρίζουμε ότι το κόστος του Λονδίνου υπολογίζεται στα 30,7 δισ. ευρώ με τον ιδιωτικό τομέα να συνεισφέρει το τεράστιο 2%! Το υπόλοιπο;

Πηγή "sday"