...από μια φοιτήτρια Παιδαγωγικού
Πόσα παιδιά μπορούν να χωρέσουν σε μια τάξη; Πόσα παιδιά, έξυπνα, καλά, με άποψη, επιχειρήματα, με διαφορετικά βιώματα; Πόσα παιδιά χαρούμενα κι ευτυχσμένα, πόσα παιδιά πονεμένα και θλιμμένα; Κάθε παιδί και μια διαφορετική ιστορία. Κάθε παιδί με διαφορετικό παρόν και παρελθόν. Κάθε παιδί με διαφορετικό μέλλον. Και αυτό εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από εμάς, τους δασκάλους και τις δασκάλες, εκτός από τους γονείς τους. Πόσο μεγάλη ευθύνη είναι αυτή για έναν ή μία εκπαιδευτικό; Το πόσο έχει αντιληφθεί την ευθύνη αυτή είναι αυτό που καθορίζει το πόσο καλός ή καλή είναι.
Τελικά το σχολείο δεν είναι μόνο σχολικά εγχειρίδια, δεν είναι μόνο ένα αναλυτικό πρόγραμμα που πρέπει να ακολουθήσεις, μία ύλη που πρέπει να βγάλεις. Ο βασικός του ρόλος είναι να διαμορφώσεις υποκείμενα που να έχουν ένα μέλλον, τη στιγμή που το παρόν τους είναι αβέβαιο και δύσκολο. Ισχύει για όλα τα παιδιά, σε κάθε τόπο, σε κάθε σχολείο, σε κάθε τάξη. Ισχύει για κάθε παιδί ξεχωριστά.Ναι, ίσως είναι νωρίς να μιλάω για το σχολείο, αφού ως δασκάλα μόνο την πρακτική μου έχω κάνει και δεν έχω εξασκήσει το επάγγελμα αυτό. Αλλά και μόνο από την πρακτική μαθαίνεις πολλά. Δεν είναι μόνο μια διαδικασία που θα σου εξασφαλίσει το πτυχίο. Είναι περισσότερο μια διαδικασία παιδαγωγική, περισσότερο ζωογόνα, παρά ψυχοφθόρα, αρκεί εκείνη τη στιγμή να σε νοιάζει το ότι έχεις να κάνεις με παιδιά. Θα μιλήσω συγκεκριμένα.
Πας στο σχολείο για δεύτερη εβδομάδα πρακτικής κι έχεις απέναντί σου παιδιά, που τα έχεις γνωρίσει λίγο, που φαίνονται να σε σέβονται και να σε αγαπούν. Γνωρίζεις πολλά από αυτά. Σου μιλούν, σε αγκαλιάζουν, συμμετέχουν στο μάθημα για να ακούσουν το μπράβο σου (που έχει μεγάλη σημασία για αυτά). Ναι, σίγουρα παίρνεις και δίνεις ζωή με αυτό, χαρίζεις χαμόγελα, παράλληλα με το μαθησιακό έργο που ασκείς. Μόνο αυτό; Ακόμα πιο συγκεκριμένα.
Αληθινός διάλογος δασκάλας και παιδιού:
Αυτό το παιδί, το ρωτάει η δασκάλα
«Γιατί δε θέλεις να παίζεις με τον Χ;».
«Γιατί δε θέλω, κυρία. Έρχεται συνέχεια κοντά μου, αλλα εγώ δεν το θέλω».
«Μα για να έρχεται συνέχεια κοντά σου σημαίνει πως σε αγαπάει».
«Δε θέλω, κυρία, να με αγαπάει. Μου σπάει τα νεύρα».
«Τότε γιατί δεν παίζεις με τα άλλα παιδιά και κάθεσαι μόνος σου;»
«Γιατί δε θέλω, κυρία».
«Αφού και τα άλλα παιδιά σε αγαπάνε, γιατί δε θέλεις να παίζετε μαζί;»
«Δε θέλω, κυρία, να με αγαπάνε. Κανένα παιδί δε θέλω να αγαπάει!» (Πρώτο σοκ για τη δασκάλα)
«Εσύ δεν τα αγαπάς τα άλλα παιδιά; Γιατί δε θέλεις να σε αγαπάνε αυτά;»
«Δε θέλω, κυρία, ούτε να με αγαπάνε τα άλλα παιδιά και δε θέλω ούτε να τα αγαπάω κι εγώ. Δε θέλω να με αγαπάει κανένας, και δε θέλω να αγαπάω κανέναν!» (με εκνευρισμό η απάντηση του παιδιού και το δεύτερο μεγαλύτερο σοκ για τη δασκάλα).
Η δασκάλα δεν ξέρει τι να του απαντήσει και του λέει: «Πάνε τώρα μη χάσεις το διάλειμμά σου και θα τα πούμε κι αύριο».
Και το παιδί φεύγει από την τάξη και συνεχίζει να μένει μόνο του στο διάλειμμα.
Δεν ξέρω αν το παιδί απάντησε με αυτόν τον τρόπο επειδή νευρίασε με κάποιο παιδί ή αν ήταν παρόρμηση της στιγμής αυτή η απάντηση, αλλά η συζήτηση δε συνεχίστηκε την επόμενη μέρα. Αδυναμία και της δασκάλας να το αντιμετωπίσει. Και με αφορμή ρωτάω, ως μελλουσα (ελπίζω) δασκάλα: ακόμα κι αν αυτό το παιδί έχει κενά ή ελλείψεις στα μαθηματικά και στη γλώσσα πόσο μπορεί να μας ενδιαφέρει ως δασκάλες; Το γνωστικό κομμάτι του σχολείου σαφώς είναι και το σημαντικότερο, αλλά πώς να σταθείς σε αυτό όταν η ψυχολογία του παιδιού είναι κατεκερματισμένη, όταν "δε θέλει να αγαπάει κανέναν και δε θέλει να το αγαπάνε"; Κι αυτό στις δυο εβδομάδες πρακτικής. Τι κάνεις όταν έχεις τη δική σου ανομοιογενή τάξη, τα δικά σου παιδιά όλη τη χρονιά, αυτό το ιδιαίτερο μωσαϊκό περιπτώσεων; Οφείλεις να διορθώσεις τα ορθογραφικά λάθη του παιδιού με κόκκινο ή να δουλέψεις κυρίως στην εύθραυστη ψυχολογία τω παιδιών; Το πρώτο δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς το δέυτερο.Κι αυτό γιατί δεν έχεις να κάνεις με αγνώστους Χ, αλλά με τα παιδιά σου.
Δεν ξέρω τι θα κάνατε εσείς. Απλά αναφέρω ένα μόνο περιστατικό (κάθε δασκάλα και κάθε δάσκαλος μόνιμη/ος ή της πρακτικής έχει να αναφέρει τουλάχιστον από ένα). Είναι μεγάλο το δίλημμα όταν είσαι εντός τάξης. Ούτε εγώ είμαι ειδική, απλά κι εγώ ρωτάω. Παράλληλα προσπαθώ να δώσω και μια απάντηση σε όσους και όσες απλά αναφέρονται υποτιμητικά στην Παιδαγωγική Σχολή και υποστηρίζουν πως είναι η ευκολότερη όλων και πως το μόνο που κάνουμε είναι κουκλοθέατρα και παραμύθια. Και φυσικά σε όσους και όσες αναφέρονται κριτικά στο επάγγελμα του εκπαιδευτικού, κυρίως του δημοτικού σχολείου, λέγοντας πως δεν κάνουν τίποτα. Είναι κι αυτό θέμα συνείδησης, αλλά είναι και θέμα επιλογών. Δεν μπορούν όλοι/ες να γίνουν ειδικότεροι σε παιδαγωγικά ζητήματα από τους παιδαγωγούς, σίγουρα.
Ας σκεφτούμε και λίγο τα παιδιά -που έχουν να αντιμετωπίσουν οι εκπαιδευτικοί- ως ανθρώπους με δικά τους προβλήματα και δική τους ζωή. Ας σκεφτούμε τουλάχιστον τα παιδιά. Ας σκεφτούμε και λίγο τα παιδιά. Κι όλα αυτά, όχι, δεν είναι «παιδαγωγικές μπούρδες».
Πηγή "dubiumn.blogspot"
Πόσα παιδιά μπορούν να χωρέσουν σε μια τάξη; Πόσα παιδιά, έξυπνα, καλά, με άποψη, επιχειρήματα, με διαφορετικά βιώματα; Πόσα παιδιά χαρούμενα κι ευτυχσμένα, πόσα παιδιά πονεμένα και θλιμμένα; Κάθε παιδί και μια διαφορετική ιστορία. Κάθε παιδί με διαφορετικό παρόν και παρελθόν. Κάθε παιδί με διαφορετικό μέλλον. Και αυτό εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από εμάς, τους δασκάλους και τις δασκάλες, εκτός από τους γονείς τους. Πόσο μεγάλη ευθύνη είναι αυτή για έναν ή μία εκπαιδευτικό; Το πόσο έχει αντιληφθεί την ευθύνη αυτή είναι αυτό που καθορίζει το πόσο καλός ή καλή είναι.
Τελικά το σχολείο δεν είναι μόνο σχολικά εγχειρίδια, δεν είναι μόνο ένα αναλυτικό πρόγραμμα που πρέπει να ακολουθήσεις, μία ύλη που πρέπει να βγάλεις. Ο βασικός του ρόλος είναι να διαμορφώσεις υποκείμενα που να έχουν ένα μέλλον, τη στιγμή που το παρόν τους είναι αβέβαιο και δύσκολο. Ισχύει για όλα τα παιδιά, σε κάθε τόπο, σε κάθε σχολείο, σε κάθε τάξη. Ισχύει για κάθε παιδί ξεχωριστά.Ναι, ίσως είναι νωρίς να μιλάω για το σχολείο, αφού ως δασκάλα μόνο την πρακτική μου έχω κάνει και δεν έχω εξασκήσει το επάγγελμα αυτό. Αλλά και μόνο από την πρακτική μαθαίνεις πολλά. Δεν είναι μόνο μια διαδικασία που θα σου εξασφαλίσει το πτυχίο. Είναι περισσότερο μια διαδικασία παιδαγωγική, περισσότερο ζωογόνα, παρά ψυχοφθόρα, αρκεί εκείνη τη στιγμή να σε νοιάζει το ότι έχεις να κάνεις με παιδιά. Θα μιλήσω συγκεκριμένα.
Πας στο σχολείο για δεύτερη εβδομάδα πρακτικής κι έχεις απέναντί σου παιδιά, που τα έχεις γνωρίσει λίγο, που φαίνονται να σε σέβονται και να σε αγαπούν. Γνωρίζεις πολλά από αυτά. Σου μιλούν, σε αγκαλιάζουν, συμμετέχουν στο μάθημα για να ακούσουν το μπράβο σου (που έχει μεγάλη σημασία για αυτά). Ναι, σίγουρα παίρνεις και δίνεις ζωή με αυτό, χαρίζεις χαμόγελα, παράλληλα με το μαθησιακό έργο που ασκείς. Μόνο αυτό; Ακόμα πιο συγκεκριμένα.
Αληθινός διάλογος δασκάλας και παιδιού:
Αυτό το παιδί, το ρωτάει η δασκάλα
«Γιατί δε θέλεις να παίζεις με τον Χ;».
«Γιατί δε θέλω, κυρία. Έρχεται συνέχεια κοντά μου, αλλα εγώ δεν το θέλω».
«Μα για να έρχεται συνέχεια κοντά σου σημαίνει πως σε αγαπάει».
«Δε θέλω, κυρία, να με αγαπάει. Μου σπάει τα νεύρα».
«Τότε γιατί δεν παίζεις με τα άλλα παιδιά και κάθεσαι μόνος σου;»
«Γιατί δε θέλω, κυρία».
«Αφού και τα άλλα παιδιά σε αγαπάνε, γιατί δε θέλεις να παίζετε μαζί;»
«Δε θέλω, κυρία, να με αγαπάνε. Κανένα παιδί δε θέλω να αγαπάει!» (Πρώτο σοκ για τη δασκάλα)
«Εσύ δεν τα αγαπάς τα άλλα παιδιά; Γιατί δε θέλεις να σε αγαπάνε αυτά;»
«Δε θέλω, κυρία, ούτε να με αγαπάνε τα άλλα παιδιά και δε θέλω ούτε να τα αγαπάω κι εγώ. Δε θέλω να με αγαπάει κανένας, και δε θέλω να αγαπάω κανέναν!» (με εκνευρισμό η απάντηση του παιδιού και το δεύτερο μεγαλύτερο σοκ για τη δασκάλα).
Η δασκάλα δεν ξέρει τι να του απαντήσει και του λέει: «Πάνε τώρα μη χάσεις το διάλειμμά σου και θα τα πούμε κι αύριο».
Και το παιδί φεύγει από την τάξη και συνεχίζει να μένει μόνο του στο διάλειμμα.
Δεν ξέρω αν το παιδί απάντησε με αυτόν τον τρόπο επειδή νευρίασε με κάποιο παιδί ή αν ήταν παρόρμηση της στιγμής αυτή η απάντηση, αλλά η συζήτηση δε συνεχίστηκε την επόμενη μέρα. Αδυναμία και της δασκάλας να το αντιμετωπίσει. Και με αφορμή ρωτάω, ως μελλουσα (ελπίζω) δασκάλα: ακόμα κι αν αυτό το παιδί έχει κενά ή ελλείψεις στα μαθηματικά και στη γλώσσα πόσο μπορεί να μας ενδιαφέρει ως δασκάλες; Το γνωστικό κομμάτι του σχολείου σαφώς είναι και το σημαντικότερο, αλλά πώς να σταθείς σε αυτό όταν η ψυχολογία του παιδιού είναι κατεκερματισμένη, όταν "δε θέλει να αγαπάει κανέναν και δε θέλει να το αγαπάνε"; Κι αυτό στις δυο εβδομάδες πρακτικής. Τι κάνεις όταν έχεις τη δική σου ανομοιογενή τάξη, τα δικά σου παιδιά όλη τη χρονιά, αυτό το ιδιαίτερο μωσαϊκό περιπτώσεων; Οφείλεις να διορθώσεις τα ορθογραφικά λάθη του παιδιού με κόκκινο ή να δουλέψεις κυρίως στην εύθραυστη ψυχολογία τω παιδιών; Το πρώτο δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς το δέυτερο.Κι αυτό γιατί δεν έχεις να κάνεις με αγνώστους Χ, αλλά με τα παιδιά σου.
Δεν ξέρω τι θα κάνατε εσείς. Απλά αναφέρω ένα μόνο περιστατικό (κάθε δασκάλα και κάθε δάσκαλος μόνιμη/ος ή της πρακτικής έχει να αναφέρει τουλάχιστον από ένα). Είναι μεγάλο το δίλημμα όταν είσαι εντός τάξης. Ούτε εγώ είμαι ειδική, απλά κι εγώ ρωτάω. Παράλληλα προσπαθώ να δώσω και μια απάντηση σε όσους και όσες απλά αναφέρονται υποτιμητικά στην Παιδαγωγική Σχολή και υποστηρίζουν πως είναι η ευκολότερη όλων και πως το μόνο που κάνουμε είναι κουκλοθέατρα και παραμύθια. Και φυσικά σε όσους και όσες αναφέρονται κριτικά στο επάγγελμα του εκπαιδευτικού, κυρίως του δημοτικού σχολείου, λέγοντας πως δεν κάνουν τίποτα. Είναι κι αυτό θέμα συνείδησης, αλλά είναι και θέμα επιλογών. Δεν μπορούν όλοι/ες να γίνουν ειδικότεροι σε παιδαγωγικά ζητήματα από τους παιδαγωγούς, σίγουρα.
Ας σκεφτούμε και λίγο τα παιδιά -που έχουν να αντιμετωπίσουν οι εκπαιδευτικοί- ως ανθρώπους με δικά τους προβλήματα και δική τους ζωή. Ας σκεφτούμε τουλάχιστον τα παιδιά. Ας σκεφτούμε και λίγο τα παιδιά. Κι όλα αυτά, όχι, δεν είναι «παιδαγωγικές μπούρδες».
Πηγή "dubiumn.blogspot"
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου