Κυριακή 28 Αυγούστου 2011

Το κλείσιμο ενός κύκλου


Από το μεσημέρι της Δευτέρας, όταν το υπουργείο Οικονομι­κών έστειλε στις τράπεζες το προσύμφωνο για τη συμμετοχή τους στο πρόγραμμαανταλλαγής ελληνικών ομολόγων, μετρά αντίστροφα ο χρόνος για την εκ βάθρων αναδιάρθρωση του κλάδου με μετατροπές και συμμαχίες που ελάχιστα θα θυμίζουν την περίοδο ανάπτυξης - επέκτασης των ιδρυμάτων στις αγορές της ΝΑ Ευρώπης, της Τουρ­κίας και της Αιγύπτου. Πρόκειται για έναν Γολγοθά που πρακτικά θα προε­τοιμάσει και τον επόμενο ιστορικό γύ­ρο της ελληνικής οικονομίας.
Ήδη στην απαξίωση των χρηματι­στηριακών αξιών αποτυπώνεται η επι­στροφή του κλάδου στα επίπεδα όπου βρισκόταν στα τέλη της 10ετίας του ’90. Και θυμίζει την περίοδο που δια­μορφωνόταν ο όμιλοςEurobank (μέσω αλλεπάλληλων εξαγορών των Κρήτης, Αθηνών, Interbank και βεβαίως της παλιάς Εργασίας του αείμνηστου Κων­σταντίνου Καψάσκη) και ενισχύονταν η τότε Πίστεως και η Πειραιώς (με την απορρόφηση της Xios Ban k).
Εικόνα αυτής της ιστορικής διαδρο­μής μπορεί να έχει κάποιος παρακολουθώντας τα διαγράμματα - αποτιμήσεις τα τελευταία 15-16 χρόνια, με τις τράπεζες να φτάνουν στην κορύφωσή τους με την εξάπλωση στην ευρύτερη περιοχή της ΝΑ Ευρώπης, με την εξα­γορά της τουρκικής Finansbank από την Εθνική, τη λειτουργία δικτύων από την Πολωνία μέχρι την Ουκρανία.

Ισχνές αποτιμήσεις
Πλέον οι αποτιμήσεις είναι μάρτυς αδιάψευστος της ολοκλήρωσης αυ­τού του κύκλου με την Εθνική στα 3,3 δισ. ευρώ, την Alpha Bank στα 1,3, την Eurobank στα 1,1, την Πειραιώς στα 731 εκατ. ευρώ. Σε αυτά τα επί­πεδα χρηματιστηριακής αξίας οι ελ­ληνικές τράπεζες θα χρειαστούν πολ­λαπλάσια κεφάλαια προκειμένου να ενισχυθούν, εξέλιξη που επίσης απο­τυπώνεται στα μεγέθη και τις προο­πτικές τους.
Ενδεικτική θεωρείται η περί­πτωση της  Αlpha Bank, που με­τά την έγκριση (από τη Γ.Σ. στα μέσα Ιουλίου) απόφα­σης για αύξηση μετο­χικού κεφαλαίου έως 2,5 δισ. ευρώ ανοίγει τη σχετική διαδικασία και για άλλους ομίλους.
Προφανώς και έχει τη σημασία του το ότι η διοίκηση της Alpha προωθεί α.μ.κ έως 2,5 δισ. ευρώ, όταν η αποτίμηση δεν ξεπερνά τα 1,3 δισ. ευρώ.
Πρακτικά, λοιπόν, όπως σημειώνουν τραπεζικοί κύκλοι, δημιουργείται ένα πρόβλημα καθώς οι αυξήσεις στις οποίες θα υποχρεωθούν να προσφύ­γουν οι ελληνικοί όμιλοι θα είναι για κεφάλαια πολλαπλάσια των αντίστοι­χων αποτιμήσεών τους. Με την αποτί­μηση της Eurobank στα 1,2 δισ. ευρώ και τη μετοχική θέση του μεγαλομε­τόχου της να έχει περιοριστεί στα 480 εκατ. ευρώ, μια ενδεχόμενη αύξηση κεφαλαίου πολλαπλάσιου της χρημα­τιστηριακής αξίας δημιουργεί εκ των πραγμάτων θέμα.
Το ίδιο βέβαια ισχύει για όσους ομί­λους βρεθούν στην υποχρεωτική θέση να ενισχύσουν την επάρκειά τους. Δε­δομένης μάλιστα της γενικότερης απαξίωσης των χρηματιστηρίων θεωρείται αναπόφευκτη ηαναπροσαρμογή προ­ηγούμενων σχεδιασμών και προγραμ­μάτων, όπως λ.χ. στην περίπτωση της Εθνικής.
Η διοίκηση της ΕΤΕ είχε αφήσει ανοι­χτό το ενδεχόμενο να πωλήσει έως το 20% της θυγατρικής τηςFinansbank (στο πλαίσιο της συνδυαστικής ενίσχυσης των κεφαλαίων της), χωρίς μέχρι σήμερα να υλοποιήσει τη σχετική από­φαση. Εξέλιξη που φέρνει σε δυσχερή θέση τη διοίκηση του ομίλου λόγω τηςγενικότερης αρνητικής συγκυρίας που έχει πλήξει σημαντικά και τα μεγέθη της τουρκικής τράπεζας.
Πρακτικά, εάν η διοίκηση της ΕΤΕ προχωρούσε σε υλοποίηση της από­φασής της σε τρέχουσες τιμές, θα έπρεπε να διαθέσει το τουλάχιστον 40% της θυγατρικής της.
Όλα αυτά συμβαίνουν σε μία συγκυ­ρία που ο κλάδος έχει μπροστά του τη διαδικασία υλοποίησης του προγράμ­ματος ανταλλαγής των ελληνικών ομο­λόγων, το οποίο όμως σε μεγάλο βαθ­μό έχει αφομοιωθεί σε αυτά τα επίπε­δα αποτίμησης. Ωστόσο μένει να φα­νεί στο τέλος της διαδικασίας ποιες τράπεζες θα κλείσουν ταμείο με υπε­ραξίες ή υποαξίες και σε ποιο βαθμό η κάθε μία ξεχωριστά. Από την τελική έκβαση του προγράμματος θα εξαρ­τηθούν σε σημαντικό βαθμό τα ευρή­ματα της BlackRock Solutions και των τελικών ευρημάτων από την ενδελεχή και αντικειμενική παρακολούθηση του αμερικανικού οίκου.

Γιατί... τώρα η BlackRock
Στο ερώτημα «Γιατί τώρα η BlackRock», η απάντηση είναι σύν­θετη. Κατ’ αρχάς αποτελεί υποχρέ­ωση της ελληνικής πλευράς (και της ΤτΕ), εφ’ όσον η χώρα έχει ενταχθεί στα προγράμματα διάσωσης της ΕΚΤ, δηλαδή όπως συνέβη και με την περίπτωση των ιρλανδικών τρα­πεζών. Όμως αποτελεί κοινό μυστι­κό πως η ΤτΕ θέλει να έχει μία όσο το δυνατόν ξεκάθαρη και επίσημη (από ξένο οίκο μάλιστα) χαρτογρά­φηση όλων των δανειακών χαρτοφυλακίων κάθε είδους (και του τρό­που χρηματοδότησης) εν όψει των πιθανών νέων δανειοδοτήσεων. Αποτελεί επίσης κοινό μυστικό πως Γερμανοί και Γάλλοι, που έχουν έκθεση στα ελληνικά ομόλογα (κυρίως οι Γάλλοι μέσω των Credit Agricole και Societe Generale ), δεν έχουν σαφή εικόνα για την πραγμα­τική κατάσταση των επισφαλειών, μη εξυπηρετούμενων δανείων και των κάθε λογής... θαλασσοδανείων που έχουν δοθεί δεξιά κι αριστερά τα τελευταία χρόνια.
Πολλά έχουν φτάσει στα αυτιά των Γερμανών και Γάλλων τραπεζιτών και σε μία δυσχερή συγκυρία για την ελληνική οικονομία είναι πρώ­της τάξεως αφορμή για ένα τελικό ξεκαθάρισμα. Σε αυτές τις αποτι­μήσεις η υποχρέωση των Ελλήνων τραπεζιτών να προσφύγουν σε ενίσχυση των κεφαλαίων τους δεν μπορεί να σημαίνει τίποτε άλλο από πωλήσεις θυγατρικών, εκποίη­ση δικτύων στη ΝΑ Ευρώπη, εκποί­ηση ακινήτων και λοιπών παγίων σε πολύ χαμηλές τιμές και ενδεχο­μένως κεφαλαιακό έλεγχο όποιων ιδρυμάτων κρίνουν οι ξένοι πως αξίζουν.
Τόσο η ΤτΕ όσο και οι ξένοι θέλουν να τελειώνουν μια και καλή με το τρικάκι των συνεχών αναχρηματο­δοτήσεων, διαδικασία που τα τε­λευταία ένα - δυο χρόνια τείνει να καταστεί κανόνας για τα χαρτοφυ­λάκια. Πρακτικά, λίγο πριν καταστεί επισφαλές ένα δάνειο, ο δανειολή­πτης συμφωνεί σε μια ευνοϊκότερη ρύθμιση αποπληρωμής. Την αποδέ­χεται, πληρώνει κάποιες δόσεις στη συνέχεια κι έτσι κερδίζεται χρόνος και το δάνειο δεν μετατρέπεται σε «κόκκινο».
Την... ευρεσιτεχνία αυτή είναι γνω­στό πως δεν τη δέχεται ο αμερι­κανικός οίκος αξιολόγησης και γι’ αυτό αρκετοί είναι αυτοί που δεν αποκλείουν στο τέλος το ύψος των επισφαλειών που θα προκύψει να είναι μεγαλύτερο από το γνωστό. Σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να γίνει αύξηση των προβλέψεων, γεγονός το οποίο συνεπάγεται ότι θα πρέπει να βρεθούν νέα κεφά­λαια.
Πηγή topontiki.gr