Τρίτη 20 Σεπτεμβρίου 2011

Περί εμφυλίου δημόσιων και ιδιωτικών...


Χτες βράδυ μετά το τέλος της ομιλίας Βενιζέλου κάποιος από τη παρέα είπε έτσι χωρίς δεύτερη σκέψη, κάτι που ακούω συνέχεια όλο αυτό το καιρό «και 500 χιλιάδες να διώξει από το δημόσιο ευχαριστημένος θα είμαι»

Δεν θα αναλύσω εδώ  τη ψυχοσύνθεση του μονίμως υποδεέστερου ιδιωτικού υπαλλήλου εναντι του δημοσίου. Οϋτε θα πω για το κράτος-τέρας που έχει τόσο περίτεχνα στηθεί εδώ και κάτι δεκαετίες . Ούτε για το αν όλοι οι δημόσιοι είναι λαμόγια ή αν ολοι οι ιδιωτικοί είναι Παναγίες...

Είμαι από τους τυχερές που δούλεψα και στα δυο. 10 χρόνια στο δημόσιο και ΑΠΟ ΕΠΙΛΟΓΗ ΜΟΥ έφυγα και πέρασα στο ιδιωτικό μεροκάματο. Απόφαση για την οποία δεν μετάνιωσα ποτέ όσο κι αν μου κόστισε από καλοπέραση, γιατί μπορώ να πω πως στη κυριολεξία έσωσα το μυαλό μου. Μπορεί για πολύ κόσμο η θεσούλα στο δημόσιο να ήταν το ασφαλές του καταφύγιο. Εγώ τα πράγματα που βίωνα εκεί μέσα, οι άνθρωποι που έβλεπα, το σύστημα σε όλο το φρικτό μεγαλείο του, με σκότωναν κάθε μέρα. Οπότε όταν έφυγα ενώ όλοι με θεωρούσαν τουλαχιστον παρανοϊκή να αφήνω μια τέτοια θέση, εγώ ήξερα πως απλά είχα γλυτώσει από μια μέγγενη που λίγα χρόνια μετά απλά θα μου είχε ξεζουμίσει κάθε ίχνος μυαλού.

Ομως το κράτος τέρας δημιουργήθηκε. Και το δημιουργήσαμε όλοι εμείς. Οι χιλιάδες που στριγμωνόντουσαν στις βουλευτικές στάνες και παρακαλάγανε για τη «θεσούλα»  τη δική τους ή του παιδιού τους. Οι χιλιάδες που γλύφανε και κάνανε κωλοτούμπες για να πάρουν ότι θέλαν πριν από τους υπόλοιπους και με όποιο τρόπο μπορούσαν. Είτε ήταν λάδωμα  στον τοπικό άρχοντα, είτε ήταν υπόσχεση ψήφου, είτε ήταν λαμογιές στην εφορία, στη πολεοδομία. Οι απαιτήσεις χιλιάδες. Ο διορισμός, η προνομιούχα μετάθεση, ο φαντάρος να υπηρετεί κοντά στο σπιτι, η καντίνα στο τάδε ίδρυμα και ποιος θα τη πρωτοπάρει, το φως στο αυθαίρετο, το χτίσιμο στα καμένα, η απόκρυψη εσόδων. Τα φακελλάκια , τα λαδώματα κάτω από το τραπέζι πήγαιναν κι έρχονταν σαν σφαίρες στη καρδιά της πατρίδας χωρίς να κάνει κανένας κιχ...

Την ίδια όμως στιγμή  οι «ηρωϊκοί» ιδιωτικοί που ξεφύτρωσαν τώρα να παριστάνουν τον Ολιβερ Τουιστ της πονεμένης πατρίδας, τι έκαναν για να ξεσκεπάσουν, για να πολεμήσουν, για να συντρίψουν αυτό το αίσχος? Μούγκα στη στρούκα. Οι μεν τακίμιζαν με τα λαμόγια του δημοσίου οι δε τη κουτσοβόλευαν αποδεχόμενοι το πουλημένο συνδικαλιστικό κίνημα, τους χαμηλούς μισθούς, τις κοινωνικές αδικίες,

ΚΑΙ ΨΗΦΙΖΑΝ ΑΚΡΙΒΩΣ ΤΑ ΙΔΙΑ ΚΟΜΜΑΤΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΕΛΑΤΕΣ

Οι ιδιωτικοί που χαίρονται σήμερα γιατί οι δημόσιοι θα καταντήσουν σαν κι αυτούς ουδέποτε πάλαιψαν για να αλλάξουν τη κατάσταση εκτός από ένα ελάχιστο ποσοστό του ελληνικού πληθυσμού που φώναζε για όλα αυτά και τότε που οι αγελάδες έμοιαζαν πολύ παχιές. Και μήπως ιδιωτικός τομέας δεν ήταν οι επιχειρηματικότητα με τα χτυπήματα κάτω από τη μέση. Μήπως ιδιωτικοί δεν λάδωναν επίσης βουλευτές, εφορίες, πολεοδομίες για τα δικά τους κουμάντα? Μήπως ιδιωτικοί υπάλληλοι δεν λειτουργούσαν σαν η ζωή μου  ο θανάτός σου μέσα στην αθέμιτη ανταγωνιστικότητα, στη πρόχειρη και φτηνιάρικη επειχηρηματικότητα που θα εξασφάλιζε γρήγορο κέρδος με όποίο τρόπο, καταπατώντας εργασιακά δικαιώματα, (εδώ και χρόνια όχι τώρα) εκβιασμούς, λυκοφυλίες και ότι βάζει ο νους μας?

Το παραμύθι των καλών και κακών προβάτων πρέπει να σταματήσει άμεσα, γιατί στο γκρεμό που βαδίζουμε θα βαδίσουμε όλοι μαζί. Καλώς ή κακώς αυτό το κράτος το καταντήσαμε έτσι άλλοι με τη συμμετοχή τους και άλλοι με τη σιωπή τους. Αναμάρτητα είναι μόνο τα μωρά.

Γιατί όπως είναι εγκληματικό να συνεργάζεσαι, να ψηφίζεις και να συναινείς σε πολιτικούς διεφθαρμένους άλλο τόσο είναι εγκληματικό να σωπαίνεις, να υπομένεις και να μην αντιδράς μένοντας αμέτοχος και «εμένα μην με ανακατεύετε» μάρτυρας.  

Ο δημόσιος υπάλληλος ο βολεμένος και ο ιδιωτικός ο υποταγμένος χέρι χέρι θα πέσουν και αφού πέσουν ας καθίσουν να βρουν ποιος είχε μεγαλύτερη ευθύνη. Αλλωστε για να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας η πλειοψηφία ιδιωτικών υπαλλήλων δεν ήταν στο δημόσιο γιατί απλά δεν είχε καταφέρει να βρει μέσο. Μόλις έβρισκε έμπαινε με τα μπούνια στη «μεγάλη αγία οικογένεια» Και πρώην τάχα επαναστάτες, και πρώην αντιστασιακοί, και πρώην εχθροί του συστήματος, και όλων των ειδών οι πρώην.

Οσο για τη κατώτερη κατηγορία τη λεγόμενη εργατιά, αυτή την έχει βαμμένη κανονικά. Πρώτον γιατί καθώς θα καταρρέουν οι πρώην προνομιούχοι επάνω της θα πέσουν. Και πριν προλάβει να χαρεί τη καταστροφή τους θα συνειδητοποιήσει πως αναγκαστικά πέφτει μαζί τους. Δεύτερον γιατί ήταν τόσα χρόνια εργατιά αλλά όχι τιμημένη πολιτικά, γιατί έζησε και βίωσε όλα αυτά που συνέβαιναν σκύβοντας το κεφάλι και ρίχνοντας τη ψήφο σε εκείνους που την εκμεταλλευόντουσαν.
Αυτά λοιπόν για να τελειώνουμε με ένα ακόμα παραμύθι για κακούς και καλούς λύκους. Τα τελευταία 60 χρόνια στην Ελλάδα που άπαντες χτίζαν το «σπιτάκι» και προσπαθούσαν να ξεπεράσουν τους κατοχικούς φόβους, τους μπαμπούλες και την ανάμνση της φτώχειας των παππούδων, δεν υπηρξαν λύκοι. Ολοι πρόβατα ήμασταν και τώρα μετά το κούρεμα της προβιάς μας, και το άρμεγμα από το γάλα μας, περνάμε σφαγείο.

Αλλά ακόμα και τώρα σ΄αυτή τη κατάσταση το πιο απογοητευτικό από όλα δεν είναι ότι μας έχουν ετοιμάσει, αλλά το γεγονός πως  το μεγαλύτερο ποσοστό του λαού, ελάχιστα έχει καταλάβει ή ελάχιστα ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΚΑΤΑΛΑΒΕΙ, από τα πραγματικά αίτια της κατάρρευσης και των αποτελεσμάτων του συστήματος που υπηρετεί και ψηφίζει. Ακόμα και πέφτοντας στο γκρεμό η πλειοψηφία δεν γουστάρει στην ουσία να δώσει ένα σοκ στο σύστημα, επιθυμεί απλά να γυρίσει «στα παλιά...»

Για αυτό και δεν κάνω μεγάλα όνειρα, ούτε έχω ιδιαίτερες προσδοκίες από το τι θα συμβεί στο μέλλον. Εδώ και πολύ καιρό έχω θέσει ένα ερώτημα στον εαυτό μου. Αυτό που βλέπω εγώ σαν ιδανική κοινωνία, την ελευθερία των ανθρώπων που οραματίζομαι, το κράτος δικαίου που θα ήθελα να γνωρίσω τα παιδιά μου, οι προτεραιότητές μου και οι αξίες μου, το τι θεωρώ άριστο και τι αμελητέο ή επιζήμιο είναι αυτό που ονειρεύονται και υπόλοιποι? Είναι αυτό που ονειρεύονται τελικά οι ελάχιστοι? Κι επειδή μέχρι τώρα σ΄αυτό το ελάχιστοι καταλήγω επιμένω πως οι μελλοντικές επαναστάσεις θα είναι τελικά το προσωπικό όχι στο συνολικό ναι...