Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου 2011

Δύσκολοι καιροί για την Ελλάδα

ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ Σ. ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΣ-ΣΤΡΑΤΗΣ

Το κλίμα για τη χώρα μας έχει ιδιαίτερα βαρύνει το τελευταίο διάστημα, λόγω του οικονομικού αδιεξόδου, με ό, τι αρνητικές επιπτώσεις έχει αυτό στη διεθνή παρουσία και εικόνα της Ελλάδος και στην εξωτερική πολιτική της.
Μία χώρα αδύναμη οικονομικά και με τον κοινωνικό της ιστό να διαρρηγνύεται καθημερινά, είναι απόλυτα φυσικό να εξασθενεί ο ρόλος της και η παρουσία της στο διεθνές πολιτικό και διπλωματικό περιβάλλον.
Το γεωπολιτικό περιβάλλον της Ελλάδος έχει καταστεί εξαιρετικά ρευστό, με συνέπεια παλαιές πεποιθήσεις και ισορροπίες να κλονίζονται. Γι΄ αυτό χρειάζεται η ταχύτερη δυνατή αποκατάσταση της ειρήνης στο εσωτερικό της Λιβύης, η πορεία της χώρας προς μια νέα δημοκρατικά εκλεγμένη διακυβέρνηση, με νέο Σύνταγμα και ελεύθερες εκλογές. Δεν είναι προς όφελος κανενός το οποιοδήποτε «κενό εξουσίας» στη Μεσόγειο και στη Μέση Ανατολή.
Η «αραβική άνοιξη» συνεχίζεται και σε άλλες χώρες της περιοχής, πολύ σημαντικές χώρες, όπως τη Συρία, ενώ το Μεσανατολικό και το Παλαιστινιακό διασυνδέονται πλέον με τις εξελίξεις αυτές. Και εκεί είναι που υπεισέρχεται η Τουρκία, η οποία επιχειρεί να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή. Το συμφέρον της Ελλάδος ήταν και παραμένει η δημιουργία σχέσεων καλής γειτονίας και εμπιστοσύνης. Η εμπιστοσύνη όμως χτίζεται αργά και μπορεί να καταστραφεί πολύ γρήγορα.
Από άποψη διεθνοπολιτικών στόχων, το ενδιαφέρον της Ελλάδος πρέπει να εστιαστεί στην ειρηνευτική διαδικασία στη Μέση Ανατολή. Ειδικότερα την περίοδο αυτή, που η Τουρκία εμφανίζει ένα άλλο πρόσωπο στην περιοχή, πιο διεκδικητικό και πιο απόλυτο. Και αυτό, σε συνδυασμό με τις πρόσφατες τοποθετήσεις και απειλές της στο θέμα των ερευνών, μεταξύ της Κύπρου και του Ισραήλ στην ΑΟΖ, επί των οποίων και ο Λίβανος, διεκδικεί και αυτός, δικαιώματα συμμετοχής, αλλά και η Παλαιστίνη, όταν καταστεί ανεξάρτητο κράτος.
Η Ελλάδα πάνω από όλα, πρέπει να ακολουθεί και να συντάσσεται με τη θέση που διαμορφώνεται στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συνάδει εξάλλου απόλυτα, με τη διαχρονική θέση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Δημιουργία ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους, με ειρηνική συνύπαρξη με το Ισραήλ στο πλαίσιο διεθνών ανεγνωρισμένων και ασφαλών συνόρων.
Η απόφαση των Παλαιστινίων να υποβάλλουν αίτημα στον ΟΗΕ για αναγνώριση του Παλαιστινιακού κράτους, κάτι που το δικαιούνται, προσκρούει στην αντίδραση των ΗΠΑ, που δήλωσαν ότι θα θέσουν βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας, παρά το γεγονός ότι ο Αμερικανός Πρόεδρος έχει δημόσια ταχθεί υπέρ της ανεξαρτησίας της Παλαιστίνης.
Στη Γενική Συνέλευση, τα πράγματα είναι πολύ πιο απλά. Δεν υπάρχει βέτο και οι αποφάσεις λαμβάνονται με πλειοψηφία. Στο Συμβούλιο Ασφαλείας, οι αποφάσεις του προϋποθέτουν τη σύμφωνη γνώμη των μονίμων μελών. Μία αρνητική απόφαση για την Παλαιστίνη σήμερα, είναι βέβαιον, ότι θα περιπλέξει ακόμη περισσότερο τα πράγματα.
Πάντως, η απόφαση του 1947 μιλάει για δύο ανεξάρτητα κράτη.
Ωστόσο, το πιο κρίσιμο με τις σημερινές συνθήκες ζήτημα, που αφορά άμεσα την Ελλάδα είναι η Τουρκία. Η ομοβροντία απειλών δηλώσεων, που στοχεύουν τις ενδοκοινοτικές διαπραγματεύσεις για την επίλυση του Κυπριακού, την ανάληψη της ευρωπαϊκής προεδρίας από την Κύπρο αλλά και τις έρευνες για την ΑΟΖ, μεταξύ Κύπρου και Ισραήλ, δημιουργούν μια νέα κατάσταση που πρέπει να μας ανησυχεί.
Η τουρκική διπλωματία έχει τη φήμη της συνέχειας και του στρατηγικού βάθους. Μια «κληρονομιά», που εξηγεί, σε ένα βαθμό, την περίεργη και πρόωρη για τα διπλωματικά χρονικά αντίδραση του Υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας, Αχμέτ Νταβούτογλου, στη διαρροή της έκθεσης Πάλμερ. Η έκθεση αυτή, αναφορικά με τα γνωστά γεγονότα στο πλοίο «Mavi Marmara» στη Γάζα, δεν λαμβάνει υπόψη της τις τουρκικές αιτιάσεις να ζητήσει συγνώμη το Ισραήλ από την Τουρκία, ενώ αναγνωρίζει τη διεθνή νομιμότητα του ναυτικού αποκλεισμού της Γάζας.
Καταδικάζει μεν τη δυσανάλογη χρήση βίας από τους Ισραηλινούς κομάντος, αναγνωρίζει, ωστόσο, ότιοι ισραηλινές αρχές βρέθηκαν αντιμέτωπες με μια βίαιη και οργανωμένη αντίσταση. Κάτι που ουσιαστικά καταρρίπτει τους τουρκικούς ισχυρισμούς και τη γενικότερη γραμμή υπεράσπισης της τουρκικής διπλωματίας στο θέμα αυτό.
Η Τουρκία προσέφυγε στο διεθνές δικαστήριο, αμφισβητώντας τη νομιμότητα του Ισραηλινού αποκλεισμού της Γάζα, ενώ προέβη σε δηλώσεις που περιέχουν απειλές για χρήση βίας στην περιοχή. Ήδη, ο κ. Ερντογάν επισκέφθηκε τις μέρες αυτές την Αίγυπτο, την Τυνησία και τη Λιβύη ανυψώνοντας το αντι-ισραηλινό αίσθημα των αραβικών λαών της περιοχής. Ανακοίνωσε επίσης την έναρξη θαλασσίων ερευνών μεταξύ της Τουρκίας και της Αιγύπτου.
Καμία χώρα, εκτός της Τουρκίας, δεν αμφισβητεί τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κύπρου στην ΑΟΖ. Η Τουρκία δεν έχει κανένα δικαίωμα στο θαλάσσιο αυτό χώρο (οικόπεδο 12), ο οποίος βρίσκεται νότια της Κύπρου.
Σε ό, τι αφορά τους Τουρκοκυπρίους, έχουν αναλογικό δικαίωμα στον πλούτο που θα προκύψει από τα ευρήματα των ερευνών, ως κοινότητα όμως μιας ενιαίας δημοκρατίας, που εκπροσωπείται από τη νόμιμη κυπριακή κυβέρνηση. Δεν έχει κατά συνέπεια καμία δικαιολογία η Τουρκία να διεκδικεί οτιδήποτε, και κανένα νόμιμο δικαίωμα να εμποδίζει δύο ανεξάρτητες χώρες στις έρευνες αυτές.
Με την ίδια λογική, η Τουρκία, δεν έχει κανένα δικαίωμα να απειλεί ενόψει της προεδρίας της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση το β΄ εξάμηνο του 2012. Όλοι ευχόμαστε μέχρι τότε να βρεθεί λύση, δίκαιη και βιώσιμη. Αν όμως δεν βρεθεί, τίποτε δεν αλλάζει ως προς το δικαίωμα ενός κράτους μέλους της Ε.Ε, να προεδρεύει της Ένωσης.
Οποιαδήποτε και να είναι η φύση του ζητήματος που έχει προκύψει για τις έρευνες της ΑΟΖ μεταξύ Κύπρου και Ισραήλ και ανεξαρτήτως των όποιων αντιδράσεων, απ΄ όπου και εάν προέρχονται, ένα είναι βέβαιο. Το ζήτημα αυτό είναι καθαρά διεθνές και κοινοτικό και δεν πρέπει να εξελιχθεί σε διμερές, ελληνοτουρκικό θέμα.
Είναι πιθανόν η ένταση ανάμεσα στην Τουρκία και το Ισραήλ να αμβλυνθεί στο μέλλον και οι σχέσεις τους να επανέλθουν σε μια ομαλή κατάσταση. Δεν πρέπει κατά συνέπεια, η σημερινή αντιπαλότητα Τουρκίας-Ισραήλ να έχει ως θύμα την ελληνοτουρκική προσέγγιση. Ούτε και τις σχέσεις της Ελλάδος με τον αραβικό και τον ισλαμικό κόσμο.
Διότι ας μην ξεχνάμε, πως οι μουσουλμανικές χώρες δεν μπορεί να είναι ικανοποιημένες από τη συνεργασία αυτή, λόγω της βαριάς κληρονομιάς στις σχέσεις τους με το Ισραήλ.
Σε ό, τι αφορά το «Κυπριακό», η επίλυσή του παραμένει πάντοτε το κλειδί για την πλήρη εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, που θα οδηγήσει και στην εξομάλυνση των σχέσεων Τουρκίας-Ευρώπης, οι οποίες δοκιμάζονται σοβαρά, αλλά και σε σχέσεις καλής γειτονίας της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, που μόνο οφέλη μπορούν να επιφέρουν για την Ελλάδα.
Το ζητούμενο για την Τουρκία, παραμένει η άρση του casus belli. Δεν είναι δυνατόν να συζητούμε για χωρικά ύδατα, για εναέριο χώρο, για νησιά, ακόμη και για ΑΟΖ, κάτω από μια απειλή, ακόμη και εάν αυτή δεν θα μπορεί να εφαρμοστεί στην πράξη.
Η Τουρκία, προς το παρόν, διατηρεί το σύνολο των αμφισβητήσεων και διεκδικήσεών της, ως προς το καθεστώς του Αιγαίου. Εστιάζει μάλιστα την προσοχή της στο Αιγαίο, ώστε να διαφοροποιεί την περιοχή του Καστελλόριζου, σαν να μην αποτελεί συνέχεια της ελληνικής επικράτειας. Οποιαδήποτε συμφωνία για ενδεχόμενη προσφυγή στη Χάγη πρέπει να συμπεριλαμβάνει όλο τον ελληνικό νησιωτικό χώρο.
Στο θέμα του Πατριαρχείου η Τουρκία εξακολουθεί να αμφισβητεί την οικουμενικότητά του και παρά τις υποσχέσεις, η Θεολογική Σχολή της Χάλκης παραμένει κλειστή. Το πρόσφατο διάταγμα για τα βακούφια είναι ένα θετικό βήμα, πολύ όμως φοβούμαι ότι η εφαρμογή του στην πράξη θα είναι πολύ δύσκολη, σε σημείο που μπορεί να το καταστήσει ανενεργό. Έχουμε πολλά τέτοια παραδείγματα από το παρελθόν.
Πολύ δύσκολοι καιροί για την ελληνική εξωτερική πολιτική, που επιβαρύνονται εξ αντανακλάσεως από την οικονομική και κοινωνική κρίση, που εξασθενεί το ρόλο της Ελλάδος στην Ευρώπη και κατ΄ επέκταση στον κόσμο.