Πάμφτωχος και ξεχασμένος απ' όλους πέθανε στο Μεσολόγγι, τον τόπο καταγωγής του, που υπεραγαπούσε, σ' ένα απλό σπίτι, ο εισαγγελέας Σπύρος Κανίνιας, που δίκασε τη χούντα. Το πανελλήνιο άρχισε να μιλάει γι' αυτόν από τη Δευτέρα 28 Ιουλίου 1975, όταν, μαζί με τον Κ. Σταμάτη, κάθισε στην εισαγγελική έδρα του Πενταμελούς Εφετείου, στο οποίο προήδρευε
ο αείμνηστος Γιάννης Ντεγιάννης. Στο εδώλιο οι είκοσι πρωταίτιοι του απριλιανού πραξικοπήματος, μεταξύ των οποίων ο Παπαδόπουλος, ο Παττακός, ο Μακαρέζος, ο Ιωαννίδης, ο Λαδάς και ο Σπαντιδάκης. Η αγόρευση του Σπύρου Κανίνια στη δίκη της χούντας έγινε τότε πρωτοσέλιδο: «Οι κατηγορούμενοι και όσοι συνέπραξαν μετ' αυτών επέδραμαν κατά της ελληνικής πολιτείας, κατέλυσαν το δημοκρατικό πολίτευμα, σφετερίσθησαν την εξουσίαν και επέβαλαν δικτατορίαν. Η επιδρομή έγινε βάσει συνωμοτικού σχεδίου από μακρού εκπονηθέντος και εκτελεσθέντος με δυο σατανικά όπλα: την βία και την απάτη. (...) Η Δημοκρατία δεν αρνείται τον εαυτό της ακόμη και όταν δικάζη τους εχθρούς της. Το νόημα της δίκης αυτής συνίσταται εις την αποδοκιμασίαν της ύβρεως την οποίαν διέπραξαν οι κατηγορούμενοι καταλύσαντες την Δημοκρατίαν και περιφρονήσαντες έτσι τον άνθρωπον. (...) Η 21η Απριλίου 1967 ήτο διά την νεοελληνική πολιτικήν και κοινωνικήν ζωήν μας ένα σώμα ξένο και παράλογο, αφύσικο, ανώμαλο και αλλόκοτο. Την χαρακτηρίζω με τον εξής στίχο του εθνικού μας ποιητού: "Τέρας για να φοβηθής και μαζί για να γελάσης"».
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου