Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2011

Τα αλήτικα μικρόβια του Τόλη Χάρμα


Ένα τραγούδι για το Σαββατόβραδο. Απο το Στάθη Τσαγκαρουσιάνο


Ο Τόλης Χάρμας ήταν ένας απο τους τελευταίους ρεμπέτες, αν και λίγο πιο μπριλάντε και φαντεζί απο το σύνηθες. Θύμιζε λίγο Χιώτη στην κοκεταρία και αληθώρησε προς την επιθεώρηση και το ελαφρό. Ήταν όμως λαικός ως το κόκαλο.
Θυμήθηκα απόψε αυτό το τραγούδι που είχα ακούσει τυχαία στο Youtube (μεγάλος πια, με τσακισμένη φωνή, στιχους αδρούς και μπουζούκι μετρημένο). Kαι βρήκα αυτήν την αφήγησή του σε πρώτο πρόσωπο, που έκανε στον Πάνο Γεραμάνη. 
Καλό Σαββατόβραδο!

Στίχοι: Τόλης Χάρμας
Μουσική: Τόλης Χάρμας


Έχω μέσα στο αίμα μου
αλήτικα μικρόβια.
Αλήτης για να ζήσω,
δικάστηκα ισόβια.

Μια ζωή τα παίζω,
μια ζωή τα χάνω.
Αλήτης εγεννήθηκα
κι αλήτης θα πεθάνω.

Τρέχει μέσα στις φλέβες μου
αλήτικο προνόμιο.
Μια νύχτα θα με βρούνε
τέζα στο πεζοδρόμιο.

Ό,τι και να γίνει,
ό,τι και να κάνω,
αλήτης εγεννήθηκα
κι αλήτης θα πεθάνω.


«Μόλις τελείωσα το γυμνάσιο, με προτροπή των δικών μου έφυγα για τον Πειραιά όπου έμεινα στο σπίτι ενός εύπορου θείου μου. Στην αρχή περνούσα καλά, αλλά μετά από λίγους μήνες άρχισα να νοιώθω ανασφάλεια. Ήθελα να αποκτήσω την ανεξαρτησία μου και άρχισα να ψάχνω για δουλειά. Έκανα πολλές δουλειές του ποδαριού τότε. Σερβιτόρος, λούστρος, μέχρι και επισκευαστής καζανιών στα βαπόρια έκανα για να ζήσω. Δύσκολες συνθήκες αλλά δεν το έβαζα κάτω. Η αλλαγή στην ζωή μου έγινε γύρω στα 1938 όταν γνώρισα τον Γιώργο Μουζάκη. Γίναμε φίλοι και αυτός ήταν που με βοήθησε να στραφώ στην μουσική. Μετακόμισα στο Μεταξουργείο και με κάτι οικονομίες που είχα αγόρασα μια κιθάρα. Άρχισα σιγά-σιγά να μαθαίνω τα τραγούδια της εποχής και παρέα με τον Μουζάκη (σ.σ. έπαιζε κορνέτα) και κάτι φίλους, άρχισα τις πρώτες μου δημόσιες εμφανίσεις».
...Το 1939 πήγα στρατιώτης. Με την κήρυξη του πολέμου βρέθηκα να πολεμώ στην Αλβανία, από όπου επέστρεψα το 1941 και εγκαταστάθηκα στην Αθήνα. Στην γειτονιά μου έμενε ο στιχουργός Κώστας Μάνεσης και έτυχε να γνωριστούμε. Μέσω αυτού συνάντησα και γνώρισα πολλούς δημιουργούς του ρεμπέτικου, τον Γεράσιμο Κλουβάτο, Απόστολο Χατζηχρήστο, Γιώργο Μητσάκη, Μάρκο Βαμβακάρη, Στέφανο Σπιτάμπελο, Φώτη Μιχαλόπουλο και άλλους. Από αυτούς άρχισα σιγά-σιγά να ακούω τα ρεμπέτικα. Μετά τα Δεκεμβριανά του 1944 υπηρέτησα στην εθνοφρουρά στην Θήβα. Λίγο πριν απολυθώ γνώρισα την Γαρυφαλιά Ζέρβα και λίγο αργότερα παντρευτήκαμε. Μας πάντρεψε η σπουδαία τραγουδίστρια της εποχής Κούλα Νικολαΐδου. Με την Γαρυφαλιά (Λίτσα) αποτελέσαμε αργότερα το πρώτο λαϊκό ντουέτο της εποχής, το «Ντούο Χάρμα». Δεν υπήρχαν ακόμη λαϊκά ντουέτα. Το «Τρίο Κιτάρα» βγήκε μετά από μας. Τότε ήμουν ακόμη του ελαφρού ρεπερτορίου. Άλλωστε, τα πρώτα μου ακούσματα ήταν οπερέτες. Τραγουδούσα τότε πολύ τα τραγούδια του Χρήστου Χαιρόπουλου καθώς και άλλων πολλών συνθετών του ελαφρού. Στο λαϊκό τραγούδι μπήκαμε με μεγάλο ενθουσιασμό γιατί θεώρησα ότι είχε περιεχόμενο και μέλλον. Είχε ποιότητα το λαϊκό τότε, δεν ήταν όπως τα σημερινά».