Κυριακή 10 Ιουνίου 2012

Συμψηφισμοί και ταυτίσεις


Δήμος Χλωπτσιούδης

Το επεισόδιο στην Παιανία προκάλεσε ακόμη μία φορά συζητήσεις και συμψηφισμούς. Η εύκολη λύση είναι ο επιφανειακός εντοπισμός ομοιοτήτων που απλά μετά τα συνθηματολογούμε. Κανείς δεν θέλει να κάνει αναλύσεις πάνω στις διαφορές και φυσικά ουδείς ενδιαφέρεται να αιτιολογήσει την κάθε μορφή βίας. Για τους μεγαλόσχημους αναλυτές η βία είναι καταδικαστέα πάντα. Μάλιστα.
Τι κι αν ασκεί βίας κάποιος εγκληματίας, τι κι αν ασκεί βία η αστυνομία, τι κι αν έπεσε ένα γιαούρτι, ένα ποτήρι νερό ή αν είχαμε αυτοδικία ή άμυνα. Όλα είναι ίδια και καταδικαστέα. Τόσο εύκολα τόσα απλά. Τα αίτια βέβαια μας αφήνουν αδιάφορους. Λες και υπάρχει περίπτωση σε νόμιμη άμυνα (υποθετικά) να είχε εναλλακτική ο δράστης. Λες και ο λαός έχει περιθώρια άμυνας απέναντι σε εκείνους που τους επιτίθενται.
Ταυτίζουμε δηλαδή τα προγκρόμ των φασιστών (όπου δεκάδες άτομα κυνηγούν να χτυπήσουν ή να σκοτώσουν έναν μετανάστη κι ενίοτε δύο). Ταυτίζουμε τη δράση των φασιστών στο πλευρό των αστυνομικών με το γιαούρτωμα πολιτικών. Ταυτίζουμε την εγκληματική δράση με τη λαϊκή αντίδραση.
Και τόσο απλά παραβλέπουμε ότι οι μεν ενεργούν οργανωμένα, ενώ το γιαούρτωμα (συνήθως) ήταν ανοργάνωτο και μεμονωμένο (ένα κεσεδάκι όχι πολλά, όχι επίθεση). Βία ονομάστηκε και η μούτζα και το χιουχάισμα.
Ονομάζουμε βία την κοινωνική αντιπολίτευση, αλλά βία ονομάζουμε και την εγκληματική δράση. Προφανώς κάποιοι θέλουν να αδιαφορήσουν για την ερμηνεία του όρου έγκλημα ή το ρόλο που έχει σε μία κοινωνία η ίδια η κοινωνία. Γιατί στην τελική κοινωνική αντιπολίτευση σημαίνει ότι το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας διαφωνεί κάθετα με την κυβέρνησή της. Και ποιος είναι εν τέλει εκείνος που δε θέλει κοινωνική αντιπολίτευση; Ποιοι κόπτονται για τη δημοκρατία κι αρνούνται τη λαϊκή αντίδραση, αλλά κωφεύουν στις εκκλήσεις για τη βία των αβγών ή τη βία του κράτους;
Ο γράφων πολλάκις έχει μιλήσει για το λαϊκισμό της βίας από ομάδες αριστερών ή αντιεξουσιαστών. Ωστόσο, είναι εντελώς διαφορετικό να κρίνουμε τη λαίκιστική οπτική της βίας κι άλλο να ταυτίζουμε με το φασισμό, επειδή βολεύει τις συντηρητικές μας οπτικές, επειδή φοβόμαστε το νέο που γεννάται (αν κυοφορείται). Μέσα στο συντηρητισμό τους οι φιλελεύθεροι απολογητές της δημοκρατίας παραβλέπουν ότι και η δημοκρατία γεννήθηκε με αίμα και βία.
Αλλά εκείνη η βία νομιμοποιείται. Τη βαφτίζουμε επανάσταση και τελείωσε. Τώρα θυμόμαστε τον ανθρωπισμό. Βέβαια όσοι ταυτίζουν τη βία κόκκινων και μαύρων, δεν καταδίκασαν τα πογκρόμ, δεν κατήγγειλαν τη συνεργασία αστυνομικών και Χρυσαυγιτών ούτε αναφέρθηκαν ποτέ ανθρωπιστικά στα προβλήματα των υποβαθμισμένων γειτονιών που δρούσε η Χρυσή Αυγή. Και όταν μετά από προειδοποιήσεις ή επανειλημμένα επεισόδια, η σιωπή συνεχίζεται, δεν υπάρχει δικαιολογία δεν ήξερα. Πολύ απλά κάποιοι προτίμησαν να κρίνουν τους αριστερούς κρύβοντας την αλήθεια για τους φασίστες.
Ποτέ δε θα επικροτήσω τη βία. Ωστόσο, ποτέ δε θα σιωπήσω απέναντι στα αίτια που τη γεννούν. Η βία δεν αποτελεί μεμονωμένο αποτέλεσμα.
Η Βία είναι αδελφή του Κράτους. Οι αρχαίοι θεοποίησαν τη Βία και το Κράτος -παιδιά της Στυγός- και τους έθεσαν στην περιφρούρηση του Ολύμπου και του Δία. Άλλοτε κατασκευασμένη και άλλοτε μεταμφιεσμένη, άλλοτε πραγματική κι άλλοτε εικονική, άλλοτε στοχευμένη και άλλοτε συγκυριακή, η κοινωνική οργή/βία είναι παρούσα πλέον στο πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι. Πάνω σ’ αυτήν χτίζονται και διακινούνται συμφέροντα, ιδεολογήματα και αναδρομικές εκδικήσεις. Πίσω από αυτήν κρύβονται πρόσωπα, διασυνδέσεις και αναδιατάξεις του συστήματος. Της έδωσαν πολλά ονόματα: κρατική ή αντικρατική, συστημική ή αντισυστημική, λαϊκή ή αντιλαϊκή, ανατρεπτική και τρομοκρατία. Ήδη ο Σαμαράς την κάνει σημαία του κράτους που θα δημιουργήσει (υδροφόρες, περιορισμός λαϊκών κινητοποιήσεων με αντίποινα στην ανυπακοή τη βία, βίαιος εξοστρακισμός μεταναστών για ανακατάληψη των πόλεων κλπ).
Η βία όμως απαντάται κυρίως μέσα στο ίδιο το σύστημα. Είναι η βία της επιβολής ισοπεδωτικών φόρων, η βία των αποφάσεων για το μέλλον μας και το μέλλον των παιδιών μας χωρίς να μας ρωτούν, είναι η βία της φτώχειας, είναι η βία της χρεοκοπίας.