Γράφει η Π.Γ.
«Αν γνωρίζουμε, τότε πρέπει να αγωνιστούμε για τη ζωή σου σαν να ήταν η δική μας ζωή –που είναι—και να φράξουμε με τα κορμιά μας το πέρασμα στο διάδρομο για το θάλαμο αερίων. Αν αυτοί έρθουν την αυγή για σένα, το σούρουπο θα έρθουν για μας.»
Απόσπασμα από γράμμα του Τζέιμς Μπόλντουιν, στην Άντζελα Ντέιβις όταν ήταν έγκλειστη στις φυλακές (19 Νοεμβρίου 1970).
Καθώς η οικονομική κρίση και η ακολουθούμενη πολιτική σπρώχνουν την Ελληνική κοινωνία όλο και πιο βαθιά στην εξαθλίωση, το σύστημα επιστρατεύει κάθε είδους κατασταλτικούς μηχανισμούς –φανερούς και μη– για να ποινικοποιήσει την διαφωνία και την αντίσταση. Οι αστυνομικές δυνάμεις καταστολής, πιστό μαντρόσκυλο της νεοφασιστικού τύπου κυβέρνησης βρίσκονται στην πρώτη γραμμή κρούσης αφού η στρατιωτικοποίηση αλλά και η απειλή τιμωρίας προσπαθούν να εξουδετερώσουν κάθε πυρήνα αντίδρασης.
Στην ουσία, έχουμε μια «δικαιοσύνη δύο ταχυτήτων» όπου το γράμμα του νόμου εφαρμόζεται επιλεκτικά και κυρίως σε εκείνους που φαινομενικά έχουν μικρότερα περιθώρια αντίδρασης (παιδιά στις καταλήψεις, εργαζόμενοι, μικρο-οφειλέτες, οροθετικές, μετανάστες) ενώ αντίθετα οι υπαίτιοι της οικονομικής και ανθρωπιστικής κρίσης που βιώνουμε επιβραβεύονται. Στην παρούσα συγκυρία έχει ενδιαφέρον να παρουσιάσουμε εν συντομία κάποια στοιχεία για τη ζωή και το έργο της Άντζελα Ντέιβις, Αφροαμερικανίδας πολιτικής ακτιβίστριας, ακαδημαϊκού και μέλους του Αμερικανικού κομμουνιστικού κόμματος που χτες έκλεισε τα 69 της χρόνια.
Η Άντζελα Υβόν Ντέιβις γεννήθηκε στις 26 Ιανουαρίου 1944 στο Μπίρμινγχαμ της Αλαμπάμα. Μεγάλωσε σε συνθήκες απαρτχάιντ και καταπίεσης σε μια εποχή (δεκαετίες του ’40 και του ’50) που τα σπίτια της «μαύρης» μεσαίας τάξης γίνονταν καθημερινά στόχος πυρπόλησης από λευκούς ρατσιστές. Σπούδασε στο Μπράνταις όπου στο πρώτο έτος ήταν μία από τους τρεις μαύρους φοιτητές που είχε το πανεπιστήμιο. Εκεί γνωρίστηκε με τον Χέρμπερτ Μαρκούζε, ο οποίος είχε περιγράψει την Ντέιβις ως «την καλύτερη φοιτήτρια που είχε στα 30 χρόνια διδασκαλίας του». Για τον Μαρκούζε η Ντέιβις είπε: «μου δίδαξε ότι ήταν δυνατόν να είναι κανείς ακαδημαϊκός, ακτιβιστής, επιστήμονας και επαναστάτης.» Ως φοιτήτρια συμμετείχε σε διάφορες οργανώσεις όπως οι Μαύροι Πάνθηρες και το Τσε-Λουμούμπα Κλαμπ που αποτελούσε το «μαύρο» κομμάτι του αμερικανικού κομμουνιστικού κόμματος.
Στη συνέχεια, ακολούθησε μεταπτυχιακές σπουδές στη Γερμανία και στη διατριβή της ανέλυσε το έργο του Καντ σε σχέση με τη βία στη Γαλλική Επανάσταση. Πρωτοστάτησε με τον αριστερό πολιτικό της ακτιβισμό στα γεγονότα της ταραγμένης δεκαετίας του ‘60 και στις 18 Οκτωβρίου του 1970 μπήκε στη λίστα των δέκα πιο σεσημασμένων καταζητούμενων του FBI.
Η Ντέιβις υπήρξε θερμή υποστηρίκτρια των «Αδελφών Σολεδάδ» οι οποίοι φέρονται ότι είχαν σκοτώσει έναν λευκό φρουρό στη φυλακή σε αντίποινα για τη δολοφονία σε καυγά τριών αφροαμερικανών τροφίμων από άλλο φρουρό. Αργότερα στη διάρκεια δίκης, ο Τζόναθαν Τζάκσον, αδελφός του Τζωρτζ Τζάκσον (ενός εκ των «Αδελφών Σολεδάδ») επιχείρησε να απελευθερώσει τους κατηγορούμενους παίρνοντας ως όμηρους το δικαστή, το δημόσιο κατήγορο και τρεις γυναίκες ενόρκους. Τελικά ο δικαστής και δυο κατηγορούμενοι σκοτώθηκαν ενώ οι υπόλοιποι τραυματίστηκαν. Η Ντέιβις κατηγορήθηκε για ανθρωποκτονία γιατί είχε αγοράσει το όπλο που χρησιμοποίησε ο Τζάκσον. Ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον είχε συγχαρεί το FBI για τη της σύλληψη της πιο «επικίνδυνης τρομοκράτισσας». Παρέμεινε φυλακισμένη για έξι μήνες. Για τον εγκλεισμό ή ίδια έχει γράψει: «καθώς θα ήταν αγωνιώδες να συμφιλιωθούμε με την ιδέα ότι οποιοσδήποτε, συμπεριλαμβανομένων και εμάς των ίδιων, θα μπορούσε να είναι κρατούμενος, τείνουμε να πιστεύουμε ότι η φυλακή είναι αποκομμένη από τη ζωή μας. Αυτό ισχύει ακόμη και για κάποιους από εμάς που έχουν ήδη βιώσει φυλάκιση». Τελικά η Ντέιβις αθωώθηκε και όπως είχε δηλώσει η ίδια «μια δίκαιη δίκη θα ήταν καθόλου δίκη».
Εξαιτίας των ριζοσπαστικών της απόψεων απολύθηκε από το UCLA αλλά το πάλεψε δικαστικά και κατάφερε να δικαιωθεί και να επιστρέψει στη θέση της. Η Άντζελα Ντέιβις υπήρξε ηγετική φυσιογνωμία του Αμερικανικού κομμουνιστικού κόμματος και για το λόγο αυτό το 1969 ο Ρόναλντ Ρέηγκαν είχε ζητήσει να της απαγορευτεί να διδάξει σε οποιοδήποτε πανεπιστήμιο στην πολιτεία της Καλιφόρνια.
Το έργο της Ντέιβις είναι πολυδιάστατο και τα ενδιαφέροντα της εκτείνονται από το φεμινισμό και το Μαρξισμό, στην Κριτική Θεωρία και τις Αφροαμερικανικές σπουδές. Ωστόσο κεντρική θέση κατέχει η ανάλυσή της για αυτό που ονομάζει «σωφρονιστικοβιομηχανικό σύμπλεγμα» (prison industrial complex) στις Ηνωμένες Πολιτείες. Επιστρέφει συχνά στη σχέση ανάμεσα στη δημιουργία των φυλακών και τη ζήτηση για φτηνά εργατικά χέρια στον καπιταλισμό αλλά και την αδιάρρηκτη συνέχειά τους με την ιστορία και τους θεσμούς της δουλείας στην Αμερική.
Τί είναι όμως αυτό το «σωφρονιστικοβιομηχανικό σύμπλεγμα»; Ο λόγος στην ίδια τη Ντέιβις:
Η φυλάκιση αποτελεί την πρώτη λύση στην οποία καταφεύγουν για πάρα πολλά από τα κοινωνικά προβλήματα που επιβαρύνουν τους ανθρώπους που έχουν «βολευτεί» στη φτώχεια. Συνήθως αυτά το προβλήματα κουκουλώνονται μπαίνοντας βολικά κάτω από την ταμπέλα «εγκλήματα» και αποδίδονται αυτόματα στην εγκληματική συμπεριφορά των «εγχρώμων». Έλλειψη στέγης, ανεργία, εξαρτήσεις, ψυχικές νόσοι και αναλφαβητισμός είναι μόνο κάποια από τα προβλήματα που εξαφανίζονται από την κοινή θέα όταν οι άνθρωποι που τα αντιμετωπίζουν περιορίζονται σε κλουβιά.
Οι φυλακές συνεπώς επιτελούν ένα μαγικό κατόρθωμα. Ή μάλλον εκείνοι που συνεχίζουν να ψηφίζουν υπέρ νέων δεσμών και φυλακών και συναινούν σιωπηρά στον εξάπλωση του δικτύου τον φυλακών και κέντρων κράτησης έχουν πλανηθεί και πιστεύουν στη μαγεία της φυλάκισης.
Αυτή η φαινομενικά άκοπη μαγεία κρύβει πάντα έναν τεράστιο όγκο παρασκηνιακής δουλειάς. Όταν οι φυλακές εξαφανίζουν ανθρώπινα όντα προκειμένου να μεταδώσουν την ψευδαίσθηση της επίλυσης των κοινωνικών προβλημάτων, είναι αναγκαίο να δημιουργηθούν ποινικές υποδομές για να βολευτεί ένας πληθυσμός ανθρώπων σε κλουβιά που αυξάνεται ραγδαία. Πρέπει να παρασχεθούν προϊόντα και υπηρεσίες για να διατηρήσουν ζωντανό το φυλακισμένο πληθυσμό. Κάποιες φορές πρέπει να κρατούν αυτόν το πληθυσμό απασχολημένο και άλλες φορές (κυρίως σε καταπιεστικές φυλακές υψηλής ασφαλείας και σε κέντρα κράτησης της Υπηρεσίας Μετανάστευσης και Υπηκοότητας) πρέπει να τους στερείται πρακτικά κάθε δραστηριότητα με νόημα. Τεράστιοι αριθμοί αλυσοδεμένων και με χειροπέδες ανθρώπων μεταφέρονται από πολιτεία σε πολιτεία και από τη μία πολιτειακή ή ομοσπονδιακή φυλακή στην άλλη.
Όλη αυτή η δουλειά λοιπόν που παλιά αποτελούσε πρωταρχική αρμοδιότητα του κράτους, τώρα εκτελείται και από ιδιωτικές εταιρίες, των οποίων η σύνδεση με το κράτος στον κλάδο που κατ’ ευφημισμό ονομάζεται «διόρθωση» [στα ελληνικά χρησιμοποιούμε τον όρο «σωφρονισμός»], φέρνει στου νου το στρατιωτικό βιομηχανικό σύμπλεγμα. Τα μερίσματα που προκύπτουν από την επένδυση στη βιομηχανία τιμωρίας, όπως και αυτά που αθροίζονται από την επένδυση στην κατασκευή και παραγωγή όπλων, ισοδυναμούν απλά με κοινωνική καταστροφή. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις δομικές ομοιότητες αλλά και το κέρδος από τη σύνδεση επιχειρήσεων-κράτους στον κλάδο παραγωγής στρατιωτικών εξοπλισμών και δημόσιας τιμωρίας, το συνεχώς αναπτυσσόμενο ποινικό σύστημα μπορεί τώρα πια να χαρακτηριστεί ως «σωφρονιστικοβιομηχανικό σύμπλεγμα».
Πέρα από τις εταιρίες που αναλαμβάνουν έργα (από κατασκευαστικές και τεχνολογικές μέχρι χρηματοπιστωτικές, αλλά και τηλεφωνικές εταιρίες που χρεώνουν τους τροφίμους και τις οικογένειές τους δέκα φορές πάνω για να μιλήσουν) ενδιαφέρον έχει και η εργασία στις φυλακές ως νέο κάτεργο: πολλές εταιρίες χρησιμοποιούν τους τροφίμους των φυλακών ως εργατικό προσωπικό για την κατασκευή ρούχων, μπουκαλιών για καλλυντικά, αλλά και μέρη υπολογιστών και άλλων μηχανημάτων υψηλής τεχνολογίας. Οι τρόφιμοι είναι οι ιδανικοί εργάτες για το κεφάλαιο: στη φυλακή δεν έχει απεργίες, συνδικαλισμό, κοινωνικές παροχές στους εργαζόμενους και όλοι δουλεύουν σχεδόν δωρεάν.
Η Ντέιβις προβληματίζεται με τη γενική τάση να διατίθενται περισσότεροι πόροι αλλά και να δίδεται μεγαλύτερη προσοχή στο σύστημα των φυλακών και όχι στην παιδεία. Μαζί με άλλους ακτιβιστές ίδρυσε την Κριτική Επανάσταση το 1997, που προσπαθεί να χτίσει ένα διεθνές κίνημα για να σταματήσει το επιχειρησιακό/βιομηχανικό μοντέλο της φυλακής αμφισβητώντας την ιδέα ότι βάζοντας τους ανθρώπους σε κλουβιά και ελέγχοντάς τους, είμαστε περισσότερο ασφαλείς. Εξακολουθεί να είναι θερμή υποστηρίκτρια της κατάργησης των φυλακών και έχει αναπτύξει μια πολύ δυνατή κριτική του ρατσισμού στο σύστημα του ποινικού δικαίου στην Αμερική.
Πρόσφατα δήλωσε για την κατάσταση στην Ελλάδα: “Έχοντας συμμετάσχει στους αγώνες για την κοινωνική δικαιοσύνη για πολλά χρόνια και με ένα παγκόσμιο κίνημα αλληλεγγύης στο πλευρό μου όταν υπήρξε ανάγκη, με πολλούς ανθρώπους στην Ελλάδα να έχουν εμπλακεί στην καμπάνια για την απελευθέρωσή μου πολλές δεκαετίες πριν, τώρα όταν βλέπω το ελληνικό κίνημα να παλεύει με τέτοιο πάθος ενάντια στα μέτρα λιτότητας που προσπαθούν να του επιβάλλουν, θεωρώ ότι βρίσκεται στην πρωτοπορία της παγκόσμιας αλλαγής. Σε όλο τον κόσμο, από την Αίγυπτο μέχρι το Ουισκόνσιν κι από τη νότια Αμερική μέχρι την Ελλάδα και τη Νέα Υόρκη οι λαοί ξεσηκώνονται και παλεύουν. Είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα στιγμή και θα ήθελα να σας μεταφέρω εξ ονόματος όλων όσων παλεύουν εδώ στις ΗΠΑ τη βαθύτατη αλληλεγγύη μας στο λαό της Ελλάδας.”
Πηγή "Βαθύ κόκκινο"
«Αν γνωρίζουμε, τότε πρέπει να αγωνιστούμε για τη ζωή σου σαν να ήταν η δική μας ζωή –που είναι—και να φράξουμε με τα κορμιά μας το πέρασμα στο διάδρομο για το θάλαμο αερίων. Αν αυτοί έρθουν την αυγή για σένα, το σούρουπο θα έρθουν για μας.»
Απόσπασμα από γράμμα του Τζέιμς Μπόλντουιν, στην Άντζελα Ντέιβις όταν ήταν έγκλειστη στις φυλακές (19 Νοεμβρίου 1970).
Καθώς η οικονομική κρίση και η ακολουθούμενη πολιτική σπρώχνουν την Ελληνική κοινωνία όλο και πιο βαθιά στην εξαθλίωση, το σύστημα επιστρατεύει κάθε είδους κατασταλτικούς μηχανισμούς –φανερούς και μη– για να ποινικοποιήσει την διαφωνία και την αντίσταση. Οι αστυνομικές δυνάμεις καταστολής, πιστό μαντρόσκυλο της νεοφασιστικού τύπου κυβέρνησης βρίσκονται στην πρώτη γραμμή κρούσης αφού η στρατιωτικοποίηση αλλά και η απειλή τιμωρίας προσπαθούν να εξουδετερώσουν κάθε πυρήνα αντίδρασης.
Στην ουσία, έχουμε μια «δικαιοσύνη δύο ταχυτήτων» όπου το γράμμα του νόμου εφαρμόζεται επιλεκτικά και κυρίως σε εκείνους που φαινομενικά έχουν μικρότερα περιθώρια αντίδρασης (παιδιά στις καταλήψεις, εργαζόμενοι, μικρο-οφειλέτες, οροθετικές, μετανάστες) ενώ αντίθετα οι υπαίτιοι της οικονομικής και ανθρωπιστικής κρίσης που βιώνουμε επιβραβεύονται. Στην παρούσα συγκυρία έχει ενδιαφέρον να παρουσιάσουμε εν συντομία κάποια στοιχεία για τη ζωή και το έργο της Άντζελα Ντέιβις, Αφροαμερικανίδας πολιτικής ακτιβίστριας, ακαδημαϊκού και μέλους του Αμερικανικού κομμουνιστικού κόμματος που χτες έκλεισε τα 69 της χρόνια.
Η Άντζελα Υβόν Ντέιβις γεννήθηκε στις 26 Ιανουαρίου 1944 στο Μπίρμινγχαμ της Αλαμπάμα. Μεγάλωσε σε συνθήκες απαρτχάιντ και καταπίεσης σε μια εποχή (δεκαετίες του ’40 και του ’50) που τα σπίτια της «μαύρης» μεσαίας τάξης γίνονταν καθημερινά στόχος πυρπόλησης από λευκούς ρατσιστές. Σπούδασε στο Μπράνταις όπου στο πρώτο έτος ήταν μία από τους τρεις μαύρους φοιτητές που είχε το πανεπιστήμιο. Εκεί γνωρίστηκε με τον Χέρμπερτ Μαρκούζε, ο οποίος είχε περιγράψει την Ντέιβις ως «την καλύτερη φοιτήτρια που είχε στα 30 χρόνια διδασκαλίας του». Για τον Μαρκούζε η Ντέιβις είπε: «μου δίδαξε ότι ήταν δυνατόν να είναι κανείς ακαδημαϊκός, ακτιβιστής, επιστήμονας και επαναστάτης.» Ως φοιτήτρια συμμετείχε σε διάφορες οργανώσεις όπως οι Μαύροι Πάνθηρες και το Τσε-Λουμούμπα Κλαμπ που αποτελούσε το «μαύρο» κομμάτι του αμερικανικού κομμουνιστικού κόμματος.
Στη συνέχεια, ακολούθησε μεταπτυχιακές σπουδές στη Γερμανία και στη διατριβή της ανέλυσε το έργο του Καντ σε σχέση με τη βία στη Γαλλική Επανάσταση. Πρωτοστάτησε με τον αριστερό πολιτικό της ακτιβισμό στα γεγονότα της ταραγμένης δεκαετίας του ‘60 και στις 18 Οκτωβρίου του 1970 μπήκε στη λίστα των δέκα πιο σεσημασμένων καταζητούμενων του FBI.
Η Ντέιβις υπήρξε θερμή υποστηρίκτρια των «Αδελφών Σολεδάδ» οι οποίοι φέρονται ότι είχαν σκοτώσει έναν λευκό φρουρό στη φυλακή σε αντίποινα για τη δολοφονία σε καυγά τριών αφροαμερικανών τροφίμων από άλλο φρουρό. Αργότερα στη διάρκεια δίκης, ο Τζόναθαν Τζάκσον, αδελφός του Τζωρτζ Τζάκσον (ενός εκ των «Αδελφών Σολεδάδ») επιχείρησε να απελευθερώσει τους κατηγορούμενους παίρνοντας ως όμηρους το δικαστή, το δημόσιο κατήγορο και τρεις γυναίκες ενόρκους. Τελικά ο δικαστής και δυο κατηγορούμενοι σκοτώθηκαν ενώ οι υπόλοιποι τραυματίστηκαν. Η Ντέιβις κατηγορήθηκε για ανθρωποκτονία γιατί είχε αγοράσει το όπλο που χρησιμοποίησε ο Τζάκσον. Ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον είχε συγχαρεί το FBI για τη της σύλληψη της πιο «επικίνδυνης τρομοκράτισσας». Παρέμεινε φυλακισμένη για έξι μήνες. Για τον εγκλεισμό ή ίδια έχει γράψει: «καθώς θα ήταν αγωνιώδες να συμφιλιωθούμε με την ιδέα ότι οποιοσδήποτε, συμπεριλαμβανομένων και εμάς των ίδιων, θα μπορούσε να είναι κρατούμενος, τείνουμε να πιστεύουμε ότι η φυλακή είναι αποκομμένη από τη ζωή μας. Αυτό ισχύει ακόμη και για κάποιους από εμάς που έχουν ήδη βιώσει φυλάκιση». Τελικά η Ντέιβις αθωώθηκε και όπως είχε δηλώσει η ίδια «μια δίκαιη δίκη θα ήταν καθόλου δίκη».
Εξαιτίας των ριζοσπαστικών της απόψεων απολύθηκε από το UCLA αλλά το πάλεψε δικαστικά και κατάφερε να δικαιωθεί και να επιστρέψει στη θέση της. Η Άντζελα Ντέιβις υπήρξε ηγετική φυσιογνωμία του Αμερικανικού κομμουνιστικού κόμματος και για το λόγο αυτό το 1969 ο Ρόναλντ Ρέηγκαν είχε ζητήσει να της απαγορευτεί να διδάξει σε οποιοδήποτε πανεπιστήμιο στην πολιτεία της Καλιφόρνια.
Το έργο της Ντέιβις είναι πολυδιάστατο και τα ενδιαφέροντα της εκτείνονται από το φεμινισμό και το Μαρξισμό, στην Κριτική Θεωρία και τις Αφροαμερικανικές σπουδές. Ωστόσο κεντρική θέση κατέχει η ανάλυσή της για αυτό που ονομάζει «σωφρονιστικοβιομηχανικό σύμπλεγμα» (prison industrial complex) στις Ηνωμένες Πολιτείες. Επιστρέφει συχνά στη σχέση ανάμεσα στη δημιουργία των φυλακών και τη ζήτηση για φτηνά εργατικά χέρια στον καπιταλισμό αλλά και την αδιάρρηκτη συνέχειά τους με την ιστορία και τους θεσμούς της δουλείας στην Αμερική.
Τί είναι όμως αυτό το «σωφρονιστικοβιομηχανικό σύμπλεγμα»; Ο λόγος στην ίδια τη Ντέιβις:
Η φυλάκιση αποτελεί την πρώτη λύση στην οποία καταφεύγουν για πάρα πολλά από τα κοινωνικά προβλήματα που επιβαρύνουν τους ανθρώπους που έχουν «βολευτεί» στη φτώχεια. Συνήθως αυτά το προβλήματα κουκουλώνονται μπαίνοντας βολικά κάτω από την ταμπέλα «εγκλήματα» και αποδίδονται αυτόματα στην εγκληματική συμπεριφορά των «εγχρώμων». Έλλειψη στέγης, ανεργία, εξαρτήσεις, ψυχικές νόσοι και αναλφαβητισμός είναι μόνο κάποια από τα προβλήματα που εξαφανίζονται από την κοινή θέα όταν οι άνθρωποι που τα αντιμετωπίζουν περιορίζονται σε κλουβιά.
Οι φυλακές συνεπώς επιτελούν ένα μαγικό κατόρθωμα. Ή μάλλον εκείνοι που συνεχίζουν να ψηφίζουν υπέρ νέων δεσμών και φυλακών και συναινούν σιωπηρά στον εξάπλωση του δικτύου τον φυλακών και κέντρων κράτησης έχουν πλανηθεί και πιστεύουν στη μαγεία της φυλάκισης.
Αυτή η φαινομενικά άκοπη μαγεία κρύβει πάντα έναν τεράστιο όγκο παρασκηνιακής δουλειάς. Όταν οι φυλακές εξαφανίζουν ανθρώπινα όντα προκειμένου να μεταδώσουν την ψευδαίσθηση της επίλυσης των κοινωνικών προβλημάτων, είναι αναγκαίο να δημιουργηθούν ποινικές υποδομές για να βολευτεί ένας πληθυσμός ανθρώπων σε κλουβιά που αυξάνεται ραγδαία. Πρέπει να παρασχεθούν προϊόντα και υπηρεσίες για να διατηρήσουν ζωντανό το φυλακισμένο πληθυσμό. Κάποιες φορές πρέπει να κρατούν αυτόν το πληθυσμό απασχολημένο και άλλες φορές (κυρίως σε καταπιεστικές φυλακές υψηλής ασφαλείας και σε κέντρα κράτησης της Υπηρεσίας Μετανάστευσης και Υπηκοότητας) πρέπει να τους στερείται πρακτικά κάθε δραστηριότητα με νόημα. Τεράστιοι αριθμοί αλυσοδεμένων και με χειροπέδες ανθρώπων μεταφέρονται από πολιτεία σε πολιτεία και από τη μία πολιτειακή ή ομοσπονδιακή φυλακή στην άλλη.
Όλη αυτή η δουλειά λοιπόν που παλιά αποτελούσε πρωταρχική αρμοδιότητα του κράτους, τώρα εκτελείται και από ιδιωτικές εταιρίες, των οποίων η σύνδεση με το κράτος στον κλάδο που κατ’ ευφημισμό ονομάζεται «διόρθωση» [στα ελληνικά χρησιμοποιούμε τον όρο «σωφρονισμός»], φέρνει στου νου το στρατιωτικό βιομηχανικό σύμπλεγμα. Τα μερίσματα που προκύπτουν από την επένδυση στη βιομηχανία τιμωρίας, όπως και αυτά που αθροίζονται από την επένδυση στην κατασκευή και παραγωγή όπλων, ισοδυναμούν απλά με κοινωνική καταστροφή. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις δομικές ομοιότητες αλλά και το κέρδος από τη σύνδεση επιχειρήσεων-κράτους στον κλάδο παραγωγής στρατιωτικών εξοπλισμών και δημόσιας τιμωρίας, το συνεχώς αναπτυσσόμενο ποινικό σύστημα μπορεί τώρα πια να χαρακτηριστεί ως «σωφρονιστικοβιομηχανικό σύμπλεγμα».
Πέρα από τις εταιρίες που αναλαμβάνουν έργα (από κατασκευαστικές και τεχνολογικές μέχρι χρηματοπιστωτικές, αλλά και τηλεφωνικές εταιρίες που χρεώνουν τους τροφίμους και τις οικογένειές τους δέκα φορές πάνω για να μιλήσουν) ενδιαφέρον έχει και η εργασία στις φυλακές ως νέο κάτεργο: πολλές εταιρίες χρησιμοποιούν τους τροφίμους των φυλακών ως εργατικό προσωπικό για την κατασκευή ρούχων, μπουκαλιών για καλλυντικά, αλλά και μέρη υπολογιστών και άλλων μηχανημάτων υψηλής τεχνολογίας. Οι τρόφιμοι είναι οι ιδανικοί εργάτες για το κεφάλαιο: στη φυλακή δεν έχει απεργίες, συνδικαλισμό, κοινωνικές παροχές στους εργαζόμενους και όλοι δουλεύουν σχεδόν δωρεάν.
Η Ντέιβις προβληματίζεται με τη γενική τάση να διατίθενται περισσότεροι πόροι αλλά και να δίδεται μεγαλύτερη προσοχή στο σύστημα των φυλακών και όχι στην παιδεία. Μαζί με άλλους ακτιβιστές ίδρυσε την Κριτική Επανάσταση το 1997, που προσπαθεί να χτίσει ένα διεθνές κίνημα για να σταματήσει το επιχειρησιακό/βιομηχανικό μοντέλο της φυλακής αμφισβητώντας την ιδέα ότι βάζοντας τους ανθρώπους σε κλουβιά και ελέγχοντάς τους, είμαστε περισσότερο ασφαλείς. Εξακολουθεί να είναι θερμή υποστηρίκτρια της κατάργησης των φυλακών και έχει αναπτύξει μια πολύ δυνατή κριτική του ρατσισμού στο σύστημα του ποινικού δικαίου στην Αμερική.
Πρόσφατα δήλωσε για την κατάσταση στην Ελλάδα: “Έχοντας συμμετάσχει στους αγώνες για την κοινωνική δικαιοσύνη για πολλά χρόνια και με ένα παγκόσμιο κίνημα αλληλεγγύης στο πλευρό μου όταν υπήρξε ανάγκη, με πολλούς ανθρώπους στην Ελλάδα να έχουν εμπλακεί στην καμπάνια για την απελευθέρωσή μου πολλές δεκαετίες πριν, τώρα όταν βλέπω το ελληνικό κίνημα να παλεύει με τέτοιο πάθος ενάντια στα μέτρα λιτότητας που προσπαθούν να του επιβάλλουν, θεωρώ ότι βρίσκεται στην πρωτοπορία της παγκόσμιας αλλαγής. Σε όλο τον κόσμο, από την Αίγυπτο μέχρι το Ουισκόνσιν κι από τη νότια Αμερική μέχρι την Ελλάδα και τη Νέα Υόρκη οι λαοί ξεσηκώνονται και παλεύουν. Είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα στιγμή και θα ήθελα να σας μεταφέρω εξ ονόματος όλων όσων παλεύουν εδώ στις ΗΠΑ τη βαθύτατη αλληλεγγύη μας στο λαό της Ελλάδας.”
Πηγή "Βαθύ κόκκινο"
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου