Παρασκευή 10 Μαΐου 2013

Το τέρας και οι μπουρμπουλήθρες



Μια φορά και έναν καιρό, σε έναν χώρο ομιχλώδη, σκοτεινό, ζούσαν οι ψευδαισθήσεις, οι μύθοι, οι προκαταλήψεις και οι έχθρες. Μέσα σε αυτό το πηχτό σαν πίσσα σκοτάδι, μεγάλωνε το ιπτάμενο τέρας της ιστορίας μας. Σπέρμα της ψευδαίσθησης, παιδί της προκατάληψης, αναθράφηκε από την έχθρα. Το ιπτάμενο τέρας είχε μια μορφή πολύ πολύ παράξενη. Ανατριχιαστική. Το σώμα του ήταν γεμάτο μπουρμπουλήθρες. Μονάχα μπουρμπουλήθρες. Χιλιάδες διαφανείς μπουρμπουλήθρες. Άλλες τεράστιες και άλλες μικρότερες, όλες γεμάτες από τα συστατικά του σκοταδιού.

Άλλες συγκρούονταν με μίσος, άλλες συνυπήρχαν με καχυποψία και καρτερικότητα, ενώ άλλες γεννούσαν απρόθυμα κάποιες μικρότερες. Οι μπουρμπουλήθρες έκαναν το τέρας να μοιάζει με παραγεμισμένο σακουλάκι βόλων. Και οι βόλοι, ασφυκτικά πιεσμένοι από τη ζέστη και την τριβή, διεκδικούσαν με τις απρογραμμάτιστες κινήσεις τους, περισσότερο χώρο.

Το πλάσμα έστεκε δυστυχισμένο, αδύναμο και άβουλο σαν μπαλόνι, πάνω από τη στέρεη επιφάνεια που τόσο λαχταρούσε να αγγίξει, αιμορραγώντας, λόγω της απείθαρχης κίνησης των βίαιων μπουρμπουληθρών. Οι καταραμένες, του στερούσαν τη ζωή.

Οι μπουρμπουλήθρες εγκλώβιζαν μέσα στα διαφανή τείχη τους δισεκατομμύρια μικροσκοπικούς οργανισμούς. Τους «Ελεύθερους». Έτσι τους είχαν ονομάσει οι μελετητές του πλάσματος, εξετάζοντας τις περίεργες κινήσεις τους και τις αντιδράσεις τους. Οι «ελεύθεροι» συνυπήρχαν αρμονικά εντός των τειχών της κάθε μπουρμπουλήθρας, ζούσαν σαν ελεύθεροι μέσα στις φυλακές τους. Και αυτό γιατί δεν αισθάνονταν φυλακισμένοι, μα προστατευμένοι. Ήταν ωστόσο απίστευτα εχθρικοί απέναντι στους «ελεύθερους» των άλλων μπουρμπουληθρών. Μέσα από τα διαφανή απροσπέλαστα τοιχώματα των φυλακών τους, η όψη των απέναντι «ελεύθερων», παραμορφωνόταν. Η απέχθειά τους για αυτούς τους "απέναντι" οφειλόταν στον φόβο, που προκαλούσαν οι παραμορφωτικές δυνάμεις των προστατευτικών θηκών. Μέσα στους στενούς τους χώρους όλοι αναγνώριζαν τους υπόλοιπους. ‘Ένιωθαν μια αλληλεγγύη λόγω της ομοιότητάς τους, της τριβής τους σε έναν τόσο μικρό χώρο. Έξω όμως από αυτές, αντίκρυζαν υπάρξεις διαφορετικές που έπρεπε να συντριβούν.

Έτσι εκδηλώνονταν μνημειώδεις συγκρούσεις κυρίως ανάμεσα στις πιο μικρές μπουρμπουλήθρες. Και αυτό γιατί ο ασφυκτικά μικρός τους χώρος, τους έκανε οξύθυμους, βίαιους. Καλλιεργούσε την άσβεστη επιθυμία να κυριαρχήσουν στον χώρο των υπόλοιπων μπουρμπουληθρών για να ανασάνουν καλύτερα.

Πόσο πονούσε το πλάσμα όταν γινόταν αυτό. Σφάδαζε, ωρυόταν, αιμορραγούσε χύνοντας πόνο, χάνοντας υπομονή. Και το χειρότερο ήταν πως δεν μπορούσε να αντιδράσει. Έστεκε απλά ακίνητο και άβουλο, γεμάτο ουλές και αναμνήσεις. Σημάδια του πόνου.

Οι μεταξύ τους συγκρούσεις ήταν η βασική αιτία καταστροφής των μπουρμπουληθρών. Μα υπήρχε και κάτι ακόμα που τις κατέστρεφε. Κάτι σημαντικό, που έδινε ελπίδες στο τέρας. Μέσα στη βία, στην προκατάληψη και την έχθρα, αναθρέφονταν και παρουσιάζονταν κατά καιρούς κάποιοι «ελεύθεροι» αιρετικοί. Έστεκαν στα τοιχώματα και έβλεπαν τη φυλακή τους εκεί που οι υπόλοιποι επιβεβαίωναν την προστασία τους. Άγγιζαν την επιφάνειά τους με αναστεναγμό, αντίκριζαν τους απέναντι ελεύθερους δίχως να αισθάνονται το παραμικρό μίσος. Το μόνο που ένιωθαν ήταν μίσος για τα τείχη που τους εμπόδιζαν. Αντιμετώπιζαν την καχυποψία και την εχθρότητα από τους συνταξιδιώτες τους. Θεωρούνταν επικίνδυνοι, αιρετικοί. Άλλωστε αμφισβητούσαν αυτό που άλλοι θεωρούσαν απαραίτητο. Γι΄αυτό και η όποια επιρροή και ισχύς τους έπρεπε να περιοριστεί. Αρκετά ασφυκτικά ένιωθαν ήδη μέσα στη μικρή τους γυάλα. Δεν μπορούσαν να δεχθούν και αυτούς τους «αιρετικούς» που αμφισβητούσαν την εσωτερική τάξη και την εξωτερική έχθρα, άναβαν τη θερμοκρασία και προκαλούσαν την αναστάτωση.

Μα συχνά «οι εξεγερμένοι» ανέπτυσσαν μεγάλη δύναμη. Συνέπερναν με τις ιδέες τους και άλλους «ελεύθερους» και ενωμένοι, έπαιρναν φόρα και χτυπούσαν οργισμένα την φούσκα. Οι περισσότεροι δεν πλήγωναν καθόλου τα τοιχώματα και σύντομα απογοητεύονταν. Κάποιοι έκαναν απλά μικρές ρωγμές. Μα υπήρχαν κάποιοι που κατάφεραν να πετύχουν τον στόχο τους. Επιτέθηκαν ακριβώς την κατάλληλη στιγμή ώστε να κάνουν τις ρωγμές πληγές, τις πληγές τρύπες και τις τρύπες διεξόδους, από όπου σταδιακά όλοι οι ελεύθεροι εξέρχονταν. Μα όταν έβγαιναν από την μπουρμπουλήθρα τους αιωρούνταν στο κενό μέχρι να προσγειωθούν πάνω σε μια άλλη μεγαλύτερη. Και αυτό τους ανακούφιζε. Είχαν κάνει το χρέος τους. Είχαν εξοντώσει τον εχθρό. Πέτυχαν εκεί που τόσοι άλλοι ηττήθηκαν. Μα παρ’ όλη την επαναστατικότητά τους, η μάχη τους είχε εξαντλήσει. Και έτσι, ανασαίνοντας με μεγαλύτερη άνεση και ικανοποίηση στην μεγαλύτερη φούσκα τους, μπορούσαν να θρέψουν και την δική τους ανάγκη για ταυτότητα, περιμένοντας τους επόμενους αιρετικούς που θα την έσπαγαν και αυτή.

Πέρασαν χρόνια πολλά. Πολλές μπουρμπουλήθρες πέθαναν. Είτε έσπασαν, είτε έσκασαν, είτε παρήκμασαν και σάπισαν . Λίγες γεννήθηκαν. Και αποβιβάστηκε το πλήρωμα του χρόνου. Και ήρθε μαζί του και η στιγμή που απέμειναν μονάχα δυο πελώριες μπουρμπουλήθρες. Τα αντισώματά τους ήταν πανίσχυρα. Τα τοιχώματά τους απροσπέλαστα. Η παραμικρή επαφή τους, έκανε το ταλαιπωρημένο, ετοιμόρροπο, μισοπεθαμένο πλάσμα να σφαδάζει. Μα η σύγκρουσή τους ήταν αναπόφευκτη. Δυο μπίλιες ενός εκκρεμούς που κάθε σύγκρουση ήταν όλο και σφοδρότερη, μέχρι να έρθει η τελική. Αυτή που θα όριζε το μέλλον.

Και τότε, όταν το αναπόφευκτο επρόκειτο να συμβεί είτε το πλάσμα θα έπεφτε από τον ουρανό στο έδαφος, καταπονημένο από τις συγκρούσεις, νεκρό μαζί με τις μπουρμπουλήθρες και τους «ελεύθερους», είτε θα απελευθερωνόταν από την αβουλία του, και θα έπεφτε στο έδαφος ισχυρό, καταπονημένο μεν, μα ικανό να χαράξει το ίδιο την πορεία του.
Tότε το τέρας θα έπαυε να υπάρχει, άμορφο, άβουλο. Τώρα πια θα ζούσε. Και οι ελεύθεροι, δίχως μπουρμπουλήθες να τους εμποδίζουν, θα ανάσαιναν πραγματικά ελεύθερα.

Καθώς θα ξέρεις κάθε παραμύθι θέλει και κάτι να πει. Έρχεται λοιπόν η ερώτηση:
Ποιες νομίζεις πως είναι οι δυο μπουρμπουλήθρες που έμειναν;