Έχω καιρό, έχω καιρό. Το όνομά μου δεν είναι σε καμιά λίστα, πως να ήταν άλλωστε. Ή μήπως φιγουράρει σε λίστες που δεν γνωρίζω; Λίστες που πρόκειται να εφευρεθούν; Σήμερα η λίστα Λαγκάρντ, αύριο η λίστα των εργαζομένων (κατάρα σε όσους εργάζονται και πληρώνονται σε βάρος των ανέργων), μεθαύριο η λίστα των εναπομεινάντων ψύχραιμων πολιτών (κατάρα σε όσους δεν χάνουν την ψυχραιμία τους, και δεν καίνε δεν μισούν). Α, μην το παραλείψω, είναι και η λίστα των μεταναστών. Να τους απαγορευθεί η έξοδος από τη χώρα, να μείνουν εδώ να πεθάνουν μαζί με τους ετοιμοθάνατους.
Ακούω, όσο κι αν δεν θέλω, τί λένε όλοι γύρω μας; Να αποδοθεί η δικαιοσύνη. Να τιμωρηθούν οι κακοί. Βγάζω συμπεράσματα για όσα μύρια κελεύουν οι θεοί, και κουνώ ελαφρά το κεφάλι σε μια ένδειξη συγκατάνευσης προς τις ραδιουργίες τους εις βάρος των ανθρώπων : Τη μια μέρα ήρωες την άλλη έκπτωτοι. Τη μια μέρα πρωθυπουργοί, την επομένη εξόριστοι. Τη μια μέρα εκατομμυριούχοι, βραβευμένοι επιχειρηματίες, την επομένη κρατούμενοι στον Κορυδαλλό - Αχ, αν μόνο τιμωρούνταν όλοι οι κακοί, δεν θα σωνόμουν εγώ; Κι αφού τέτοιες οι αποκρίσεις της λογικής, εξακολουθώ να ακούω και να... περπατώ.
Περπατώ. Να ένα ωραίο ρήμα. Περπάτησα σε αυτή τη χώρα σαν τίμια Ελληνίδα πολίτης, και θα περπατώ. Σήμερα, μέσα στη βροχή μετρούσα τα αυτοκίνητα εγκλωβισμένα σε μια ανεξήγητη κίνηση. Tα πρόσωπα των ανθρώπων διακρίνονταν με δυσκολία μέσα από τα θολά τζάμια. Ήταν απόκοσμα και σκοτεινά. Εύχονται άραγε να πληρώσει ο Παπακωνσταντίνου, να πάει στην κόλαση για να σωθούν εκείνοι; Ξέχασαν φαίνεται εκείνο το ρουσφέτι που ζήτησαν κάποτε. Eκείνον τον διορισμό. Τόσος φθόνος, τόσο μίσος. Ένα νέο όνομα αναγράφεται σε μια λίστα και εκείνοι τρίβουν τα χέρια τους. Λίγο αργότερα, σε ένα εμπορικό κέντρο, ένας ταλαιπωρημένος Άγιος Βασίλης κρατούσε αγκαλιά τα παιδιά, παιδιά που έπαψαν να ζητούν, έπαψαν να κλαίνε ζητώντας. Μήπως αυτή είναι η σωτηρία μας; Μου έλεγε μια φίλη, «μαθαίνω στη κόρη μου ότι δεν μπορεί να τα έχει όλα. Δεν μπορεί να έχει τρία φορέματα αλλά ένα». Δίνει τα δύο που περισσεύουν, σκέφτομαι, η ψυχή της θα σωθεί.
Θυμώνω. Να ακόμα ένα δεύτερο ωραίο ρήμα. Θυμώνω: με εκείνους που μας έβαλαν στο μνημόνιο, με εκείνους που υπόσχονται ότι θα μας βγάλουν. Θυμώνω με τους πλούσιους που τα έφαγαν, με τους ‘φτωχούς’ δημόσιους υπαλλήλους που έπαιρναν τέσσερις χιλιάδες ευρώ τον μήνα μισθό, με τα βύσματα, με τους πολιτικούς. Θυμώνω με τους αθώους που τους πνίγει το άδικο και δεν μπορούν να κάνουν τίποτε. Τόσος θυμός, δεν ξέρω που να τον χωρέσω. Και τώρα μου σερβίρουν λίστες. Κατηγοριοποιούν τους ανθρώπους σε λίστες. Σβήνουν ονόματα, προσθέτουν ονόματα. Αλλά δεν φοβάμαι εκείνους των οποίων ονόματα αναγράφονται σε λίστες. Φοβάμαι περισσότερο εκείνους των οποίων τα ονόματα δεν φιγουράρουν σε καμία λίστα. Πόσο ηλίθιοι είμαστε να πιστεύουμε ότι αν εξοντώσουμε όλους εκείνους στη λίστα Λαγκάρντ σήμερα, ή στη Χ λίστα αύριο θα λύσουμε όλα τα προβλήματα μας; Ότι θα γλιτώσουμε από την κρίση. Από τον εαυτό μας;
Λεωφόρος Κηφισιάς. Μέσα στη λάσπη της λεωφόρου αναζητώ ψήγματα αγάπης. Εκείνης της ανθρώπινης Χριστουγεννιάτικης αγάπης και θαλπωρής. Μα δεν υπάρχει πουθενά. Κάνεις δεν χαμογελά. Ο φθόνος κυριαρχεί παντού, ακόμη και στο βλέμμα εκείνης της πωλήτριας όταν τολμάς να απλώσεις το χέρι για να αγοράσεις κάτι. Ειλικρινά δεν ξέρω ποιον να κατηγορήσω για αυτό; Tον καπιταλισμό; Τον πλουραλισμό; Τον κομουνισμό; Tον αναρχισμό;
Όσο για τις λίστες, η λίστα που εγώ γνωρίζω είναι μια. Εκείνη όπου τα ονόματα όλων μας θα αναγράφονται μιαν ημέρα. Είναι η λίστα των νεκρών επάνω στην παγωμένη άνοιξη της ζωής (τους) που ήταν.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου